Σοφία Καμαγιάννη


Κείμενο: Λάμπρος Μητρόπουλος
01 Οκτωβρίου 2022

 «Η τέχνη είναι λυτρωτική γιατί λειτουργεί στα πιο βαθιά αλλά και μυστήρια στρώματα της ύπαρξής μας. Μας απελευθερώνει, μαλακώνει τις αντιφάσεις και τους φόβους, φέρνει στην επιφάνεια πλούσια συναισθήματα, ανοίγει προοπτικές, διευρύνει τα νοητικά όρια του «κόσμου», κάνει εφικτό αυτό που φαίνεται ανέφικτο.»
«Πάρε τη λέξη μου δώσε μου το χέρι σου»… πλησιάζουμε μαγικά ο ένας τον άλλον.

Σοφία Καμαγιάννη

Με ιδιαίτερη χαρά καλωσορίζουμε στο ραδιόφωνο τέχνης την Σοφία Καμαγιάννη, μια σπουδαία μουσική συνθέτρια της χώρας μας. Η Σοφία ανήκει σε εκείνες, που το έργο τους χαρακτηρίζεται από συναισθηματικό πλούτο, λυρισμό, τρυφερότητα και απέραντη ευαισθησία. Σπούδασε πιάνο, κλασικά κρουστά, σύγχρονη σύνθεση, μουσική για θέατρο και κινηματογράφο, καθώς και μαθηματικά στην Ελλάδα και την Αγγλία. Την γνωρίσαμε αρχικά από την Ορχήστρα Νυκτών Εγχόρδων της Πάτρας, από τις ενορχηστρώσεις έργων του Μίκη Θεοδωράκη και τα εξαιρετικά CD «Αποβάθρα» με καθαρά οργανική μουσική και «Στων Άστρων την Άλω» με συνθέσεις για φωνή επάνω σε έργα σπουδαίων Ελλήνων ποιητών. Ακολούθησαν αρκετοί κύκλοι συνθέσεων, όπως η μαγευτική μουσική όπερα για παιδιά και νέους που παίχτηκε στην Λυρική σκηνή, «Το ερωτευμένο σύννεφο», βασισμένη στο ομώνυμο παραμύθι του Ναζίμ Χικμέτ, σε λιμπρέτο της Ελένης Ζαφειρίου, και πολύ πρόσφατα “Οι μήνες τραγουδούν“, 12 τραγούδια για παιδιά και μεγάλους, που παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον, λόγω της ευαισθησίας των στίχων του Φώντα Λάδη και της αιθέριας μουσικής που συνέθεσε η ίδια.
Το σύνολο του έργου της αποτελείται από μουσικές για θέατρο, ταινίες μικρού μήκους, πολύτεχνες παραστάσεις, συνθέσεις για όπερα, συνθέσεις χορού και άλλες πολυποίκιλες δημιουργίες. Οι μουσικές της συνθέσεις είναι σαγηνευτικές, αποκαλύπτουν και ανιχνεύουν έχοντας την δύναμη να μεταφέρουν τον ακροατή σε έναν συναρπαστικό μαγικό κόσμο γεμάτο ποίηση και ευαισθησία.
Από το σύνολο του έργου της είναι φανερό ότι η Σοφία Καμαγιάννη είναι χαρισματική συνθέτρια και εξαιρετική πιανίστα «με μεγάλο ταλέντο, μουσικότητα, τεχνική και φαντασία» όπως άλλωστε είχε πει και ο Μίκης Θεοδωράκης, και αναμφισβήτητα ανήκει στις κορυφαίες Ελληνίδες δημιουργούς της γενιάς της.

Παραθέτουμε παρακάτω τον διάλογο που είχαμε μαζί της και πιστεύουμε ότι θα τον βρείτε πολύ ενδιαφέροντα.

Διάλογος με την Σοφία Καμαγιάννη

Λ.Μ: Αγαπητή κυρία Καμαγιάννη, σας καλωσορίζουμε στο «Ραδιόφωνο Τέχνης», είναι ιδιαίτερη τιμή για εμάς που δεχτήκατε την πρόσκληση για διάλογο μαζί μας.

Σ.Κ: Σας ευχαριστώ για την πρόσκληση στο φιλόξενο «Ραδιόφωνο Τέχνης».

Λ.Μ: Πότε ξεκινήσατε να ασχολείστε με την μουσική και ποιοι ήταν οι παράγοντες που σας οδήγησαν στον μαγικό χώρο της τέχνης;

Σ.Κ: Ξεκίνησα να ασχολούμαι από πολύ μικρή. Είχα την τύχη να με πάνε οι γονείς μου ήδη στην προσχολική ηλικία σε τμήμα μουσικής προπαιδείας και αμέσως στην πρώτη δημοτικού ξεκίνησα πιάνο. Αγαπούσαν και οι δύο τη μουσική, ιδιαίτερα το τραγούδι, το οποίο αποτελούσε και μέρος των οικογενειακών και φιλικών συναθρoίσεων. Από την άλλη, είχαν την έννοια τους να μας παρέχουν όσο γίνεται περισσότερη μόρφωση από νωρίς.

Λ.Μ: Από την μετέπειτα πορεία σας, είναι φανερό, ότι η σύνθεση σας κέρδισε. Από τις καλλιτεχνικές σας δημιουργίες φαίνεται να αγαπάτε πολύ και την ποίηση, δώστε μας το υπόβαθρο για αυτές τις επιλογές;

Σ.Κ: Να σχολιάσω πρώτα ότι ναι, με κέρδισε η σύνθεση, αλλά πάντα απολαμβάνω και το παίξιμο, επιλέγοντας τις συνθήκες, διότι αυτή η αμεσότητα και η επαφή με το κοινό μου δίνει ιδιαίτερη χαρά και εξισορρόπηση. Η σύνθεση είναι ο πυρήνας μου, τα συγκεντρώνει όλα, με φέρνει σε επαφή με τις πιο εσωτερικές αναζητήσεις μου και ταυτόχρονα μπορεί να διυλίζει όλες τις αισθήσεις, τις σκέψεις, τα συναισθήματα, τις ονειροπολήσεις. Όλα αυτά μου είναι πολύ έντονα, από παιδί, πιθανά λόγω ενός συνδυασμού φύσης και δύσκολης παιδικής ηλικίας- μόνον ο δρόμος της δημιουργίας μπορούσε να τους δώσει διέξοδο. Και αυτό έχει πολλές ποιότητες, από τον πιο βαθύ εσωστρεφή στοχασμό μέχρι την πιο ανάλαφρη τρυφερή αίσθηση μιας στιγμής…Πράγματι αγαπώ πολύ την ποίηση. Τώρα πια δεν έχω το χρόνο να διαβάζω όπως παλιά. Η αλήθεια είναι ότι έχει από τη φύση της πολλή μουσικότητα, νιώθω σαν να «ακούω» ένα έργο διαβάζοντας…Επίσης είναι και αυθύπαρκτη, για αυτό και η επιλογή μελοποίησης ή ηχητικής επεξεργασίας οδηγεί σίγουρα σε ένα νέο έργο με την υποκειμενικότητα του συνθέτη-ο βασικός λόγος είναι να μοιραστεί μέσω της μουσικής του αυτά τα λόγια που τον δόνησαν, ελπίζοντας να έχει αγγίξει και κομμάτια του κόσμου του ποιητή μέσα από το έργο του. Σπουδαίο όχημα επικοινωνίας ο λόγος. Με την ποίηση, αλλά και με τη μουσική, αισθανόμουν πάντα «στο σπίτι μου», ίσως μια μικρή αιώρηση στα υπόγεια (ή …υπέργεια;) νήματα που κινούν τις ζωές μας, τις τόσο αλληλένδετες μεταξύ τους - ξεχασμένη αλήθεια στην αποσυνδετική εποχή μας. Και βάζω μέσα στην αλληλεπίδραση και όλα τα στοιχεία της φύσης. Σε αγαπημένο χωροχρόνο που δεν είναι απαραίτητα γραμμικός· όταν είναι γραμμικός, το παρόν, μας καλεί στην επαγρύπνηση και τη δράση.

Kamagianni 3

Λ.Μ: Ποιοι ήταν οι δάσκαλοι-οδηγοί στις αρχές της καλλιτεχνικής σας πορείας. Με ποιους απ’ αυτούς συνεχίζετε να συνομιλείτε μουσικά και ποιητικά;

Σ.Κ: Σίγουρα η μεγαλύτερη μουσική επίδραση είναι ο Μ.Χατζιδάκις, αξεπέραστος μέχρι σήμερα. Η γνωριμία μου με τον Μ.Θεοδωράκη με αφορμή τη συνεργασία μας, σε πολύ νεαρή ηλικία με τόνωσε πολύ ψυχικά, αλλά αυτά που μου αποκάλυψε άργησαν πολύ να φανούν στη ζωή μου : η πλευρά της μουσικής που συνδέεται και με τους αγώνες για ελευθερία και κοινωνική δικαιοσύνη. Τα μαθήματα μουσικής για θέατρο και κινηματογράφο που έκανα με τον Δ.Παπαδημητρίου ήταν πολύ σημαντικά για την πορεία μου. Ένα μάθημα πολυπρισματικό, με πολλές αναφορές και στην ποίηση, με τροφή για σκέψη, και με το μότο που πολύ μου ταίριαζε πάντα, θα μπορούσα να το περιγράψω ελεύθερα ως εξής: για να γράψεις μουσική στρέψε το βλέμμα σε όλες τις άλλες τέχνες και στην ίδια τη ζωή, καλλιέργησε την ψυχή και το μυαλό σου. Αυτά μέχρι να φύγω στην Αγγλία, σε συνέχεια ωδειακών σπουδών, και να ασχοληθώ με τα πολύ σύγχρονα ρεύματα της μουσικής, της λεγόμενης αβάν γκαρντ-αυτή η στροφή ήταν ένα μεγάλο άνοιγμα, ένας τεράστιος καινούριος κόσμος που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη συνέχεια, όλα πήραν έναν άλλο δρόμο μέχρι να έρθει ο καιρός των εσωτερικών ζυμώσεων. Όσον αφορά στην ποίηση, έχω αφήσει κάπως πίσω τους σκοτεινούς και απαισιόδοξους ποιητές, σήμερα με έλκει περισσότερο η προοπτική. Ένα παράδειγμα των ημερών που με συγκίνησε: με αφορμή ένα έργο που γράφω επέστρεψα σε ένα βιβλίο που είχα χρόνια να πιάσω. «Ποιήματα συνοδευόμενα από σαχλοκουβέντες» του Μπέκετ (μτφρ Γιώργος Βέλλιος) . Είχα διάφορες σελίδες τσακισμένες, διότι, εκτός των άλλων, είχα χρησιμοποιήσει υλικό στο πολύτεχνο έργο μου Rabila Co προ εικοσαετίας! Αυθόρμητα διάλεξα ένα ποίημα που ήταν μια σελίδα πριν το τσακισμένο, και είχε ακριβώς το αντίστροφο νόημα…

Λ.Μ: Εκτός από τις σπουδές σας στην μουσική μεταξύ των άλλων σπουδάσατε και μαθηματικά. Πως σχετίζεται η μουσική με τα μαθηματικά;

Σ.Κ: Με πάτε αρκετά πίσω, αλλά μου αρέσει. Αρχικά έχουν το κοινό της φιλοσοφίας, της διανοητικής ευχαρίστησης και την εξύμνηση της επίλυσης των μυστηρίων του κόσμου, με τα λόγια ενός μαθηματικού, του Kλάιν, αναφερόμενου στα μαθηματικά ως τέχνη, προσδίδοντάς τους και πνευματικές αξίες. Πιο απλά και καθημερινά η σύνδεση αφορά κυρίως στη σκέψη και τη δομή, συνειδητά ή ασυνείδητα, να σκέφτεται δηλαδή κάποιος μουσικός με μαθηματικό τρόπο χωρίς να το αντιλαμβάνεται. Για εμάς η σχέση αυτή πάει πολύ πίσω στον Πυθαγόρα (υπολογισμός μουσικών διαστημάτων ανάλογα με τη διαφορά ύψους-ήχων, μουσική των σφαιρών, τετραόδιο με τη μουσική, την αριθμητική, την αστρονομία και τη γεωμετρία να αποτελούν ενιαία τη διδασκαλία των μαθηματικών). Υπάρχουν και μαθηματικοί συνθέτες, με πιο κοντινό μας παράδειγμα τον Ξενάκη, που «μεταφράζουν» διάφορες μαθηματικές σχέσεις σε ηχητικές, αυτό είναι πιο εξειδικευμένο. Προσωπικά, η σπουδή των μαθηματικών με βοήθησε πολύ πιστεύω στο συνθετικό κομμάτι, ειδικά σε μεγαλύτερες φόρμες. Αλλά δεν μου αρέσει να «αριθμητικοποιείται» η μουσική, αν δεν υπάρχει ένα υπόβαθρο που να συνδέει πιο «μαγικά» τις δύο αυτές έννοιες, διότι αλλιώς η αναλογία γίνεται στείρα και τρομάζει. Σε μακροσκοπικό επίπεδο σε όλο το Σύμπαν υπάρχουν ηχητικές συχνότητες, δηλαδή μουσική, είτε εμείς τις αντιλαμβανόμαστε είτε όχι.

Λ.Μ: Έχετε γράψει μουσική για πολλά θεατρικά έργα, θα ήθελα να σταθώ όμως στον Αγαμέμνονα του Αισχύλου, που παίχτηκε παλιότερα από το ΔΗΠΕΘΕ Κοζάνης, σε σκηνοθεσία Νικαίτης Κοντούρη, ένα κατεξοχήν εκτενές ποιητικό τραγικό κείμενο. Ποια ήταν η μουσική σας προσέγγιση σε ένα τόσο σπουδαίο διαχρονικό έργο;

Σ.Κ: Δεν μπορώ να ανακαλέσω την εσωτερική αναταραχή στον τρόπο που γοητευμένη πλησίασα ένα τόσο σπουδαίο κείμενο - ήταν και η πρώτη τραγωδία στην οποία έγραψα μουσική. Συνήθως βυθίζομαι ολόκληρη και αφήνομαι στη διαίσθηση του βιώματος, παράλληλα με τον στοχασμό και τις οδηγίες του σκηνοθέτη. Κάποιες σκέψεις που μου έρχονται είναι το υπόγειο και υπαινικτικό χτίσιμο της αγωνίας και του τρόμου που κάποια στιγμή κορυφώνεται, και η διάχυτη αίσθηση ενός ανώτερου δικαίου όπως ορίζεται από τη μεταφυσική του Αισχύλου, μαζί με το διαχρονικό απόσταγμα του έργου ότι «η Ύβρις η παλαιά το συνηθίζει να γεννά την νέαν Ύβριν». Όλα αυτά είναι σαν να ζητούν ένα συνεχές παράλληλο σύμπαν-υπόστρωμα που επηρεάζει το παρόν, μας βάζει στα πιο βαθιά, στο χώρο του τραγικού και του υποσυνειδήτου χωρίς όμως αυτό να τονίζεται, αλλά να λειτουργεί υπόγεια. Σε αυτή την προσέγγιση χρησιμοποιήθηκαν οι ψηφιακά επεξεργασμένοι ήχοι, που έπαιζαν παράλληλα με τη ζωντανή μουσική, η οποία, εκτός από τις φωνές, ήταν μόνο ένα κλαρινέτο. Αυτή η παράσταση με έχει στιγματίσει και για έναν άλλο λόγο, διότι πρωταγωνιστούσε ο αγαπημένος Μηνάς Χατζησάββας, ένας πολύ σημαντικός άνθρωπος στη διαδρομή και τη ζωή μου. Συγκινούμαι πάντα στη θύμησή του.

Dimoula Kamaginni

Λ.Μ: Τι είναι αυτό που σας γοητεύει στις πολύτεχνες παραστάσεις και σας ώθησε σε συγκεκριμένες δημιουργίες όπως το «Πέρασα» επάνω σε ποίηση της Κικής Δημουλά αλλά και αρκετές άλλες παλαιότερα;

Σ.Κ: Η σύνθεση των τεχνών, το «ζωντάνεμα» των κόσμων μέσα από ρόλους και σκηνικές δράσεις, η αλληλεπίδραση των αισθήσεων, το νοητικό νήμα που συνδέει το παζλ, μια πολυεπίπεδη κινητοποίηση του θεατή-ακροατή με επίκεντρο τον ήχο και τη μουσικότητα, τουλάχιστον στις δικές μου δημιουργίες. Νιώθω αυτή την προσέγγιση ως μια πιο ολοκληρωμένη διαδρομή.

Λ.Μ: Η πρόσφατη συνθετική δουλειά σας, όπερα για παιδιά και νέους που παίχτηκε στη Λυρική σκηνή, «Το ερωτευμένο σύννεφο», βασισμένη στο ομώνυμο παραμύθι του Ναζίμ Χικμέτ, σε λιμπρέτο της Ελένης Ζαφειρίου, έλαβε εξαιρετικές κριτικές. Ποιες ήταν οι προκλήσεις που αντιμετωπίσατε στη διαδικασία της σύνθεσης, ώστε το αποτέλεσμα να είναι τόσο γοητευτικό για τα παιδιά αλλά και τους μεγάλους;

Σ.Κ: Προηγούμενες συνεργασίες μου με τη μοναδική παιδική-νεανική χορωδία Rosarte ήταν η αφορμή να μπω σε αυτό το μαγικό ταξίδι, κουβεντιάζοντας με τη μαέστρο Ρόζη Μαστροσάββα για ένα έργο μεγαλύτερης φόρμας, κι έχοντας στο μυαλό μου τη χορωδία σε έναν πρωταγωνιστικό ρόλο, πράγμα εξαρχής τολμηρό, πριν ακόμα καταλήξω στο ποιο θα είναι το έργο. Το παραμύθι «Το ερωτευμένο σύννεφο» του σπουδαίου Ναζίμ Χικμέτ σφύζει από τρυφερότητα και βαθιά ευαισθησία, στοιχεία που τονίστηκαν και στην πετυχημένη μεταφορά του σε λιμπρέτο από την Ελένη Ζαφειρίου, η οποία προσέδωσε και τα χαρακτηριστικά του αφηγητή-συγγραφέα-χορού στη χορωδία. Οι προκλήσεις που ακολούθησαν είχαν να κάνουν πρώτα με τη γλώσσα (λόγος και μουσική), να είναι δηλαδή μεστή, χωρίς «παιδοκεντρικές ευκολίες», και μετά με όλα τα στοιχεία που ήταν κομβικά ώστε να κρατούν το ενδιαφέρον και στα παιδιά, περνώντας παράλληλα και βαθιά νοήματα. Μουσικά αναφέρομαι στο λυρισμό, τη συγκίνηση, το ρυθμικό δυναμισμό, τις συχνές εναλλαγές, τη συνολική και τις επιμέρους διάρκειες (πολύ σημαντικό για ένα τέτοιο είδος όπου δεν υπάρχει εξοικείωση στο νεανικό κοινό), το διάλογο και με μια πιο σύγχρονη μουσική γλώσσα (κυρίως ηχοχρωματική), το βαθμό δυσκολίας της παρτιτούρας για τα παιδιά-ερμηνευτές, μια και οι βασικοί ρόλοι ήταν επαγγελματίες λυρικοί τραγουδιστές, τις ισορροπίες λοιπόν τόσων παραμέτρων σε ένα εγχείρημα με ανοιχτό ορίζοντα προς όλες τις ηλικίες. Σπουδαία εμπειρία μέχρι να φτάσουμε στο πολυπόθητο τελικό αποτέλεσμα που μας γέμισε όλους με μοναδικά συναισθήματα. Ελπίζουμε ότι θα τα ξανανιώσουμε με μια επανεκτέλεση στο άμεσο μέλλον.

Kamagianni 5

Λ.Μ: Βρήκα εξαιρετική την απόδοση που κάνατε στην σύνθεση του Eric Satie Gnossienne 1 με τον Μάνο Αβαράκη, μιλήστε μας για την συνεργασία σας με τον σπουδαίο αυτό καλλιτέχνη;

Σ.Κ: Πραγματικά πρόκειται για έναν σπουδαίο καλλιτέχνη ο οποίος έχει κάποια δικά του, μοναδικά χαρακτηριστικά. Το μεγάλο του ατού, εκτός από τη βαθιά εκφραστικότητα, είναι ο αυτοσχεδιασμός. Εκεί μπορεί πραγματικά να είναι απογειωτικός! Δουλέψαμε για χρόνια μαζί, αναζητώντας κοινούς μουσικούς τόπους χωρίς περιορισμούς, απολαμβάνοντας τη διαδικασία (δυστυχώς η πανδημία μας φρέναρε όντας σε ένα πολύ καλό σημείο…). Είχαμε πολλή «ανοιχτότητα» στις πρόβες και τις δοκιμές μας, από πειραματισμούς μέχρι πολύ κλασσικά κομμάτια. Επίσης, ανεβάζοντας κάποιες φορές τον πήχη είχαμε να αντιμετωπίσουμε ωραίες προκλήσεις γόνιμου αυτοσχεδιασμού μέσα σε δομημένα κομμάτια-ίσως και ο δική μου συνθετική ιδιότητα εδώ βοηθούσε στην επιλογή κατεύθυνσης. Το σίγουρο είναι ότι η συνεργασία μου με τον Μάνο με εξέλιξε πολύ ως μουσικό.

Λ.Μ: Το ραδιόφωνο τέχνης ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για τον θεραπευτικό ρόλο της μουσικής, αυτός είναι και ένας από τους στόχους του. Γνωρίζω ότι συμμετέχετε σε μουσικά θεραπευτικά εργαστήρια ποια είναι η εμπειρία σας; Μπορεί η μουσική να θεραπεύσει;

Σ.Κ: Η διαδρομή μου και μέσα σε αμιγώς μουσικοθεραπευτικά εργαστήρια αλλά, κατά βάση, σε εργαστήρια μουσικής, τα οποία έχουν εκ των πραγμάτων παράλληλα θεραπευτική δράση, με έχουν πλουτίσει συναισθηματικά και νιώθω μεγάλη ευγνωμοσύνη για αυτά τα βιώματα. Έχω δουλέψει με πολλές διαφορετικές ομάδες (μικρών παιδιών, εφήβων, ενηλίκων, εκπαιδευτικών, φοιτητών, σπουδαστών μουσικής, ειδικής αγωγής, μικτών…) όπου η σύσταση και τα μέλη οδηγούν και στο ζητούμενο κάθε φορά. Τελευταία έχω ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη μουσική στην κοινότητα. Πιστεύω ότι η μουσική έχει «μαγικές» δυνάμεις, και χαίρομαι που μετά από τόνους μελάνι που έχουν χυθεί για να περιγραφεί, ακόμα δεν μπορούμε να της δώσουμε έναν ακριβή ορισμό για όλα αυτά που συμπυκνώνει. Η μουσική ναι, μπορεί και να θεραπεύει. Ειδικά σήμερα, όπου λείπει πολύ η επαφή, η «συνάντηση» των ανθρώπων, και ο ψυχισμός μας έχει αποκτήσει δυσλειτουργίες λόγω της αποξένωσης και του υπερβολικού άγχους. Στα εργαστήρια, αυτό που κυρίως βιώνεται είναι το «εδώ και τώρα», η επαφή με τα συναισθήματά μας, η μουσική έκφραση, το πλησίασμα με τον άλλο. Απελευθέρωση. Υπάρχουν επίσης κατηγορίες ατόμων με ειδικές δεξιότητες όπου η μουσική είναι ένα από τα πιο ισχυρά μέσα για έκφραση και επαφή, τη νιώθουν συγκινητικά βαθιά.
Ας μην πάμε μακριά, προσωπικά τη θεραπεία μου τη βρήκα μέσα από τη μουσική – με κράτησε στη ζωή σε πολύ δύσκολες εποχές.

Kamagianni 2

Λ.Μ: Γνωρίζω επίσης ότι έχετε σημαντική εκπαιδευτική εμπειρία, και σαν καθηγήτρια. Ποιος είναι ο ρόλος του δασκάλου σήμερα;

Σ.Κ: Ο ρόλος του δασκάλου νομίζω χρειάζεται να κρατά μια διαχρονική σύνδεση με σταθερές αξίες ανεξαρτήτως εποχής. Αν μιλάμε για δασκάλους μουσικής σήμερα χρειάζεται να καταβάλλουν μεγαλύτερη προσπάθεια, να εντάξουν τα παιδιά- μιλώντας για την πλειονότητα και όχι τα αδιαμφισβήτητα ταλέντα- στον κόσμο της μουσικής, μια και η κατεύθυνση της παιδείας είναι εντελώς τεχνοκρατική και στείρα δημιουργικότητας. Τα παιδιά (όπως όλοι μας, αλλά αυτά είναι τα σφουγγάρια) κατακλύζονται από χιλιάδες άχρηστες πληροφορίες και από μια αισθητική φτηνή, ευτελή, χωρίς κανένα αξιακό σύστημα. Η διάσπαση προσοχής είναι στο κόκκινο. Η σπουδή της μουσικής, εκτός όλων των άλλων καλών, βοηθά εξαιρετικά στη συγκέντρωση, την ηρεμία και την πειθαρχία-όλα αυτά τα συνειδητοποιεί κανείς μόνο μεγαλώνοντας. Και φυσικά η συμμετοχή στα σύνολα απογειώνει τη δύναμη της συνεργασίας, της αλληλεγγύης, του μοιράσματος, της χαράς. Επίσης οι δάσκαλοι σήμερα δεν πρέπει να αφήνουν για τους επόμενους τις διεκδικήσεις για δημόσια δωρεάν παιδεία. Όλο και λιγότεροι έχουν τη δυνατότητα να πληρώνουν για μουσικές σπουδές, όπου στην Ελλάδα έχουμε το εξαιρετικό προνόμιο να είναι ιδιωτικές από την πρώτη βαθμίδα. Χρειαζόμαστε πολύ περισσότερους εκπαιδευτικούς (και ποιοτικές ώρες μουσικής) στα σχολεία. Μακάρι να είχαμε και περισσότερα μουσικά σχολεία, ένας θεσμός απόλυτα πετυχημένος, αν κρίνει κανείς από τα αποτελέσματα. Με πονά πολύ αν σκέφτομαι πόσα παιδιά σήμερα δεν έχουν καν τη δυνατότητα να πλησιάσουν σε ένα Ωδείο ή Μουσική Σχολή. Και όλοι οι Δήμοι θα έπρεπε να έχουν δωρεάν μαθήματα (οργάνων, συνόλων, ακρόασης, συζητήσεων, σεμιναρίων, εργαστηρίων) για τους πολίτες τους, για την αισθητική καλλιέργειά τους.

Λ.Μ: Μιλήστε μας για τον τελευταίο κύκλο τραγουδιών σας “Οι μήνες τραγουδούν“, 12 τραγούδια για παιδιά και μεγάλους, που παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον, λόγω της ευαισθησίας των στίχων του Φώντα Λάδη και της εξαιρετικής μουσικής σας.

Σ.Κ: Είχα την τιμή να μου προτείνει ο Φώντας Λάδης τη μελοποίηση αυτού του έργου του ύστερα από τη γνωριμία μας μέσω μιας κοινής φίλης, λίγα χρόνια πριν. Και κάποια στιγμή το καλοκαίρι του 2020, μέσα στην περίοδο της πανδημίας, ένιωσα ότι ήταν η ώρα τους για μελοποίηση. Έχει τη σημασία τους πάντως ότι τα ποιήματα έχουν γραφτεί το 1982. Ένιωσα από την αρχή ότι οι στίχοι είναι τρυφεροί, ευφάνταστοι, δημιουργούν εικόνες με πολύ λίγες λέξεις που «ηχούν», και φέρνουν κάτι από παλιά. Σκέφτηκα ότι θα είχε ενδιαφέρον να έχει κάθε μήνας μια διαφορετική διάθεση, ανάλογα και με τους στίχους. Φυσικά, αντικειμενικά, κανένας μήνας δεν έχει μόνο μία πλευρά και όλοι έχουμε τις προτιμήσεις μας. Απλά έτσι ένιωσα πως δημιουργείται μια ροή που συμπεριλαμβάνει πολλά διαφορετικά συναισθήματα, έτσι ακριβώς όπως ρέει και ο χρόνος μέσα μας. Η πρώτη μορφή ήταν για παιδική μονοφωνική χορωδία (με κάποια σόλι) και πιάνο. Η συζήτηση με τον Τάσο Ρωσόπουλο, τότε διευθυντή των Μουσικών Συνόλων, και η θέρμη του να κάνουμε αυτό το έργο με την Ορχήστρα Σύγχρονης Μουσικής της ΕΡΤ με μαέστρο τον Γιώργο Αραβίδη, μου έδωσε χαρά. Οι περιορισμοί της πανδημίας έκαναν απαγορευτική την παιδική χορωδία οπότε επιλέξαμε να έχουμε 2 τραγουδιστές σε πρώτη φάση. Αργότερα που τα πράγματα έγιναν κάπως καλύτερα, και αφού το έργο είχε ηχογραφηθεί σε αυτή τη μορφή, είδαμε πως μπορούμε να προσθέσουμε και παιδικές φωνές συνοδευτικά, σε κάποια τραγούδια (παιδική χορωδία Τυπάλδου σε διδασκαλία Αποστόλη Ψυχράμη).
Οι δύο υπέροχοι ερμηνευτές, οι οποίοι είναι και ηθοποιοί, πολύ στηρικτικό για ένα τέτοιο έργο, είναι ο Αποστόλης Ψυχράμης και η Θεοδοσία Σαββάκη. Σας είπα όλη την ιστορία…
Το πολύ ευχάριστο είναι εδώ και λίγες μέρες, το έργο είναι διαθέσιμο και στο κοινό μέσω της νέας πλατφόρμας της ΕΡΤ, την ertecho. Κάθε μήνα θα ανεβαίνει και ο αντίστοιχος μήνας, το ποδαρικό έγινε με τον Σεπτέμβρη.

Kamagianni 4

Λ.Μ: Πως βλέπετε την εποχή μας;

Σ.Κ: Είναι μια δύσκολη και σύνθετη εποχή στην αποτύπωση των χαρακτηριστικών της (και μετά την πανδημία έχουν προκύψει πολλά νέα θέματα), με αντιφάσεις, ραγδαίες αλλαγές, σύγχυση, με διάλυση του κοινωνικού ιστού, αλλά έχει και τις δικές της προκλήσεις, όπως κάθε εποχή. Πλήγματα βασικά, «αρχής», που μου έρχονται στο μυαλό, κυρίως για τις δυτικές κοινωνίες, είναι η αποθέωση της ατομικότητας, που είναι μια εξαιρετικά στρεβλή όψη της πραγματικότητας, από όλες τις απόψεις, φιλοσοφικές και πολιτικές, ο στυγνός υλισμός, η έλλειψη πνευματικότητας και ενσυναίσθησης, και η αποσύνδεση από τη φύση (μας). Με το χρήμα κυρίαρχο των πάντων και την παγκόσμια οικονομική ελίτ να έχει εξελιχτεί σε γίγαντα. Παράγωγα η εκμετάλλευση, η βία, οι ολοένα και αυξανόμενες ανισότητες, ο φασισμός…Και η μη ανάληψη της ευθύνης, σε προσωπικό και συλλογικό επίπεδο, που σημαίνει και άρνηση να δούμε τον καθρέφτη μας- αυτό χτυπά μακροχρόνια. O πλουραλισμός από την άλλη, με την ταχύτατη διάδοση της πληροφορίας, η οποία μικραίνει και τις αποστάσεις, μας κάνει να αποκτούμε πρόσβαση και σε γνώσεις που σε άλλες εποχές δεν θα έφταναν δύο και τρεις ζωές για την κατάκτησή τους, ανοίγοντας νέους ορίζοντες - φυσικά πολλές φορές διευκολύνεται και η καθημερινότητά μας. Πού είναι όμως η εκπαίδευση που θα καλλιεργήσει τη συνθετική σκέψη; Το όριο στο τι μπορεί ο εγκέφαλος να αντέξει και να επεξεργαστεί ; χωρίς αυτά ο κατακερματισμός είναι αναπόφευκτος, και προφανώς βολεύει και στην «προβατοποίηση». Συν και το ότι η ταχύτητα με την οποία αναπτύσσεται η τεχνολογία «σπρώχνοντας» και εμάς σε έναν απόλυτα ψηφιακό κόσμο, τον οποίο δεν επιλέξαμε, είναι κόντρα στους βιολογικούς μας ρυθμούς. Και η ονειροπόληση; πού είναι αυτός ο κλεμμένος χρόνος; πώς θα ησυχάσουμε για να οραματιστούμε το κατάλληλο αύριο;

Λ.Μ: Πιστεύετε ότι πανανθρώπινες αξίες όπως ελευθερία, αλληλεγγύη, φιλία, κοινωνική δικαιοσύνη, έχουν ατονήσει στις μέρες μας ;

Σ.Κ: Ναι, έχουν ατονήσει, κυρίως η πίστη σε αυτές και οι αγώνες-από το σύνολο της κοινωνίας κι όχι μόνο μειοψηφιών- για την κατάκτησή τους. Ο καπιταλισμός δείχνει το πιο άγριο πρόσωπό του. Σκληροί καιροί, νιώθω πως χρειάζεται κάποια απόσταση από το συναίσθημα παρατηρώντας και αναλύοντας, για να μπορεί να αντέξει κανείς τόσες πιέσεις. Αλλά είναι ζωογόνο και προωθητικό το να παίρνουμε θέση με τη δράση μας, έχοντας σαν αρχή την απλή καθημερινότητα με ενδιαφέρον για (τα μύρια) όσα συμβαίνουν στον διπλανό μας και στη δημόσια ζωή- κυρίως με την καταπάτηση δικαιωμάτων των ανίσχυρων. Από κει και πέρα η απαξίωση της πολιτικής και των κοινών (χωρίς να λέω ότι δεν έχει αιτιολόγηση) έχει πολύ μεγάλες επιπτώσεις.
Θα εξαιρέσω τη φιλία, η οποία μπορεί ακόμα να ανθίζει, ανεξάρτητα από τις κοινωνικές συνθήκες. Αρκεί να μαθαίνουν και οι νεότεροι την ύπαρξή της στην πραγματική ζωή και όχι μόνο μέσω του διαδικτύου.

Λ.Μ: Γιατί οι περισσότεροι άνθρωποι ασχολούνται με την επιφάνεια παρά με την ουσία;

Σ.Κ: Η ουσία απαιτεί και κόπο και αναζήτηση και σύνδεση με κάτι μεγαλύτερο από εμάς. Αλλά απαιτεί και το γνώθι σ αυτόν, για να ξέρουμε την αφετηρία μας. Φυσικά είναι εξίσου και θέμα προπαγάνδας τηλεόρασης, κοινωνικών μέσω δικτύωσης, στυλ ζωής (χαριτολογώ για το lifestyle) και άρα επιδημίας μιμητισμού, πόσο μάλλον όταν τις εξουσίες τις εξυπηρετεί ο αποπροσανατολισμός από τα ουσιώδη.
Σε πολλές ερωτήσεις θα μπορούσαμε να φτάσουμε σε έναν κοινό παρανομαστή: στην αναγκαιότητα μιας παιδείας που σήμερα έχει εκλείψει (εκεί η ουσία έρχεται πολύ πιο φυσικά πάνω στη διαδικασία). Μετά, μέσα στην αλυσίδα αλληλεπιδράσεων θα πέσουμε σε πολλά στραβά, έτσι και αλλιώς.
Κατά τα άλλα, θυμάμαι και μία συνέντευξη της ηθοποιού Μαρίσα Παρέδες όπου είχε πει ότι η επιφάνεια των πραγμάτων είναι η προστασία του βάθους που περιέχουν-αυτό για να σκεφτούμε ότι και η «επιφάνεια» έχει και πολλές ποιότητες χρήσιμες που διανθίζουν την καθημερινότητά μας. Φαντάζομαι η επιφάνεια της ερώτησης αναφέρεται στο ανούσιο, και συχνά το ευτελές, αυτό που μας έχει κατακλύσει σήμερα.

Kamagianni 8

Λ.Μ: Πού πιστεύετε ότι κατοικεί το πραγματικά «ενδιαφέρον»;

Σ.Κ: Εκεί που το βρίσκει ο καθένας ανάλογα τη στιγμή του και τα βήματα εξέλιξής του μέχρι εκείνη τη στιγμή. Δεν είμαι σίγουρη αν κατανοώ τη λέξη «πραγματικά» γιατί είναι σαν να δίνει μια αντικειμενικότητα που νομίζω ότι δεν ισχύει. Θα έδινα ακόμα μία διάσταση στην ερώτηση σκεφτόμενη πως με τα χρόνια της ζωής και τις εμπειρίες αλλάζει και η οπτική μας για το τι είναι «ενδιαφέρον». Προσωπικά γοητεύομαι από αυτό που εμφανίζεται απρόσμενα και κουμπώνει με κάτι που έχω μέσα μου, γνωστό ή άγνωστο…

Λ.Μ: Πιστεύετε ότι η γνώση οδηγεί στην ευτυχία;

Σ.Κ: Η γνώση είναι σίγουρα ένα σπουδαίο σκαλοπάτι για να νιώθει κανείς στιγμές ευτυχίας και πληρότητας. Αλλά φυσικά από μόνη της δεν φτάνει.

Λ.Μ: Γιατί η τέχνη είναι λυτρωτική;

Σ.Κ: Γιατί λειτουργεί στα πιο βαθιά αλλά και μυστήρια στρώματα της ύπαρξής μας. Μας απελευθερώνει, μαλακώνει τις αντιφάσεις και τους φόβους, φέρνει στην επιφάνεια πλούσια συναισθήματα, ανοίγει προοπτικές, διευρύνει τα νοητικά όρια του «κόσμου», κάνει εφικτό αυτό που φαίνεται ανέφικτο.
«Πάρε τη λέξη μου δώσε μου το χέρι σου»… πλησιάζουμε μαγικά ο ένας τον άλλον.

Λ.Μ: Ποιοι είναι η βασικοί λόγοι που αξίζει να ζούμε;

Σ.Κ: Η δημιουργικότητα, ανάλογα με τις κλίσεις μας, οι ανθρώπινες σχέσεις, η νοηματοδότηση των πραγμάτων που δημιουργεί κίνητρα στη σύνδεση με τον κόσμο. Κινητήριες δυνάμεις η αγάπη, και το δώρο της ίδιας της ζωής

Λ.Μ: Είσαστε αισιόδοξη για το μέλλον;

Σ.Κ: Νομίζω δεν προκύπτει από πουθενά ότι κάποιος μπορεί να είναι συνολικά αισιόδοξος με όλα αυτά που ζούμε. Oύτε καν για τη συνέχεια του ανθρώπινου είδους μακροπρόθεσμα. Αλλά η στάση μας την κάθε μέρα δίνει την απάντηση σε όλα όσα δεν μπορούμε να διαχειριστούμε διότι μας ξεπερνούν. Αρνούμαι να υποταχτώ σε φόβους, φοβίες, ισοπεδώσεις και μονοδρόμους και προσπαθώ να αντιστέκομαι. Κύρια μέσω της τέχνης, της δημιουργικότητας και της προοπτικής, να «χτίζουμε» αφήνοντας πίσω τα βαρίδια. Έχουμε φυσικά το προνόμιο να ασχολούμαστε με αυτό που αγαπάμε, όσοι ακόμα αντέχουν, μια και η θέση μας στην κοινωνία (των καλλιτεχνών) έχει υποβαθμιστεί. Η αλληλεγγύη είναι άλλη μια παράμετρος μετατόπισης του άξονα της πεζής καθημερινότητας. Όπως ο αρνητισμός διαχέεται ταχύτατα, ας επιτρέπουμε και σε ό,τι όμορφο ή δυνατό να κάνει το ίδιο. Και να φωτίζουμε την ύπαρξή τους. Μου έρχονται αυτοί οι αγαπημένοι στίχοι του Σεφέρη, όχι απαραίτητα σαν σχόλιο αισιοδοξίας, αλλά επειδή «έτσι είναι», με ή χωρίς παρατηρητή.

Είτε βραδιάζει
είτε φέγγει
μένει λευκό
το γιασεμί

Λ.Μ: Σας ευχαριστούμε ειλικρινά για την παρουσία σας στο ραδιόφωνο τέχνης, είχε πολύ ενδιαφέρον η συνομιλία μαζί σας. Θα ήθελα να σας αποχαιρετήσω κι εγώ με ένα ποίημα του Νικηφόρου Βρεττάκου «Οι μουσικοί αριθμοί»

Χωρίς τη μαθηματική τάξη, δε στέκει
τίποτα: Ούτε ουρανός έναστρος
ούτε ρόδο. Προπαντός ένα ποίημα.
Κι ευτυχώς ότι μ’ έκανε η μοίρα μου
γνώστη των μουσικών αριθμών,
ότι κρέμασε μιαν αχτίνα επιπλέον
το άστρο της ημέρας στην όρασή μου
και κάνοντας τα γόνατά μου τραπέζι
εργάζομαι, ως να ‘ταν να φτιάξω
έναν έναστρο ουρανό ή ένα ρόδο.

Σ.Κ : Πολύ όμορφο κλείσιμο…Αυτό θα έπρεπε να μείνει σαν τελευταία κατάθεση, αλλά δεν μπορώ να μην σας ευχαριστήσω και γω από την πλευρά μου για τις ερωτήσεις σας, ήταν απαιτητικές και με ώθησαν «προς τα μέσα». Να είστε καλά.


Το Radio Art έχει αδειοδοτηθεί  από τους Ελληνικούς οργανισμούς διαχείρισης δικαιωμάτων | Autodia | EDEM Rights
Copyright © 2023 Radio Art | All rights reserved.