Νίκος Μαλιάρας


Κείμενο: Γιώτα Ευταξία, Μουσικός και Εθνομουσικολόγος (ΕΚΠΑ)
01 Νοεμβρίου 2022

«Αν λοιπόν κάποιος μπορέσει να υποστηρίξει τον εσωτερικό του κόσμο μέσω της τέχνης, να αποκτήσει διεξόδους και νόημα στη ζωή του, πέρα από τον βιοπορισμό, τότε μπορεί να καταφέρει να ξεπεράσει και κάθε είδους πρόβλημα. Γι’ αυτό τον λόγο η τέχνη, ο ρόλος των πνευματικών ανθρώπων και ο ρόλος της κάθε μορφής εκπαίδευσης είναι πολύ σημαντικός στην περίοδο των δυσκολιών, χωρίς όμως να σημαίνει ότι δεν είναι σημαντικός στις περιόδους του πλούτου.». Νίκος Μαλιάρας

Ο Νίκος Μαλιάρας ανήκει σε εκείνους τους σπουδαίους Έλληνες που αφιέρωσαν τον εαυτό τους στην προσφορά για μια καλύτερη παιδεία, δουλεύοντας με απέραντη σεμνότητα και ασίγαστο πάθος συμβάλλοντας σημαντικά στον πολιτισμό της χώρας μας. Ο ίδιος μουσικολόγος, καθηγητής στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών στον τομέα της Ιστορικής και Συστηματικής Μουσικολογίας, αλλά και φιλόλογος.

Με δική του χρηματοδότηση και στήριξη και με την άμεση συνεργασία του διακεκριμένου μαέστρου Βύρωνα Φιδετζή δημιούργησαν την Φιλαρμόνια Ορχήστρα Αθηνών, η οποία μετρά ήδη 6 χρόνια λειτουργίας και συνεχίζει με μεγάλη επιτυχία την προβολή σπουδαίων έργων Ελλήνων συνθετών, που έχουν αγνοηθεί από την πολιτεία, δίνοντας παράλληλα εργασία σε αρκετούς κυρίως νέους μουσικούς.

Είχα τη χαρά και την τιμή να απολαύσω μία αξιόλογη συζήτηση μαζί του και να παρουσιάσει ο ίδιος την Φιλαρμόνια Ορχήστρα Αθηνών, να εξηγήσει την πορεία της, αλλά και να δώσει το έναυσμα να σκεφτούμε την ανεκτίμητη αξία που έχει η τέχνη στην καθημερινότητά μας, στην κοινωνία μας, αλλά και στον ίδιο μας τον εαυτό.

 

Γιώτα Ευταξία: Κύριε Μαλιάρα είναι ιδιαίτερη τιμή και χαρά για εμένα και για όλη την ομάδα του Ραδιοφώνου Τέχνης η παραχώρηση της παρούσας συνέντευξης. Σας ευχαριστούμε από καρδιάς!

Νίκος Μαλιάρας: Κι εγώ ευχαριστώ!

Γ.Ε.: Είστε ο εμπνευστής και ιδρυτής της Φιλαρμόνιας Ορχήστρας Αθηνών. Μίας επαγγελματικής συμφωνικής ορχήστρας, η οποία ιδρύθηκε τον Νοέμβριο του 2016. Στόχος της είναι να προσεγγίσει καλλιτεχνικά και να προβάλλει το έργο των Ελλήνων συνθετών κλασικής μουσικής. Τι σας ώθησε στη δημιουργία της Φιλαρμόνιας Ορχήστρας Αθηνών;

Ν.Μ.: Είμαι εμπνευστής, αλλά όχι μόνος μου. Είμαι μαζί με τον φίλο, συνάδελφο και καλλιτεχνικό διευθυντή της Φιλαρμόνιας, τον Βύρωνα Φιδετζή, ο οποίος είναι πάρα πολύ έμπειρος μαέστρος. Έχει διανύσει έως σήμερα μια καριέρα 50 ετών, περνώντας από πολλές ιθύνουσες θέσεις σε κρατικές ορχήστρες της Ελλάδας, αλλά και του εξωτερικού.
Σχετικά με το γεγονός που με ώθησε στη δημιουργία της ορχήστρας δεν ήταν άλλο από το ότι η ελληνική έντεχνη μουσική είναι δυστυχώς παραμελημένη από το ίδιο το ελληνικό κράτος και τους θεσμούς του, ενώ θα έπρεπε να συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Θα έπρεπε το ελληνικό κράτος να την προωθεί και να μεριμνά για αυτή. Μέσα λοιπόν από μια μακρά συνεργασία που είχαμε με τον Βύρωνα Φιδετζή για την έκδοση ενός συγκεκριμένου έργου Έλληνα συνθέτη, του Παύλου Καρρέρ, συζητήσαμε εκτενώς, μου μετέφερε την εμπειρία του και διαπιστώσαμε ακριβώς αυτή την παραμέληση της ελληνικής έντεχνης μουσικής. Γνωρίζουμε καλά ότι η κλασική μουσική σε καμία χώρα του κόσμου δεν έχει τη δημοφιλία και δεν «κόβει» τόσα πολλά εισιτήρια, όσα το δημοφιλές τραγούδι, η rock ή η pop μουσική. Χρειάζεται πάντοτε μία κρατική υποστήριξη και πολύ περισσότερο μάλιστα στην Ελλάδα, όπου δεν υπάρχει τόσο μεγάλη παράδοση, όσο υπάρχει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Διαπιστώναμε λοιπόν ότι οι ορχήστρες και εν γένει οι κρατικοί θεσμοί και το Υπουργείο Πολιτισμού δεν πρόβαλλαν όσο θα έπρεπε την ελληνική μουσική εν συγκρίσει με άλλες ευρωπαϊκές χώρες και μάλιστα διόλου πλουσιότερες από την Ελλάδα, οι οποίες προβάλλουν την μουσική τους σε όλο τον κόσμο. Επομένως, δεν είναι θέμα ιστορίας, παράδοσης, φτώχειας ή πλούτου. Είναι ζήτημα κρατικής μέριμνας. Οδηγούμενοι λοιπόν στο συμπέρασμα ότι αυτό δεν συμβαίνει στον βαθμό που θα έπρεπε, αποφασίσαμε με τον Βύρωνα Φιδετζή να ιδρύσουμε μία ορχήστρα, η οποία να δίνει το κύριο βάρος στην ανακάλυψη, έρευνα κι εκτέλεση έργων Ελλήνων συνθετών.

Γ.Ε.: Σε μία περίοδο όπου δεν δίνεται η απαραίτητη σημασία στην πνευματική καλλιέργεια και εν γένει στον πολιτισμό και που πολλές ορχήστρες κλείνουν ή αντιμετωπίζουν πρόβλημα επιβίωσης, εσείς παίρνετε την σημαντική πρωτοβουλία να ιδρύσετε μία επαγγελματική συμφωνική ορχήστρα. Θα λέγαμε ότι ήταν ένα μεγάλο ρίσκο αυτό για εσάς, αλλά και για τους συνεργάτες σας. Σκεφτήκατε το ενδεχόμενο αποτυχίας του εγχειρήματος αυτού;

N.M.: Αν το σκεφτεί κανείς με επιχειρηματικούς όρους, πράγματι είναι ένα ρίσκο. Εγώ όμως δεν το σκέφτηκα σαν επιχείρηση, αλλά σαν μία δυνατότητα που είχα να προσφέρω αυτό το έργο στους ανθρώπους που τους ενδιαφέρει να το παρακολουθήσουν. Πιστεύω ότι κάθε άνθρωπος, και ιδίως εκείνοι που κατέχουν μία θέση στην πνευματική ηγεσία του τόπου, πρέπει να κάνει ό,τι μπορεί για να προσφέρει αυτό που δύνανται να προσφέρει. Προσωπικά είχα την οικονομική δυνατότητα να προβώ σε ένα τέτοιο εγχείρημα και ποτέ δεν το είδα ως μία επιχειρηματική δράση. Ένας από τους στόχους μου είναι η ορχήστρα να έχει εισπράξεις ώστε να μπορέσει να καλύψει τα έξοδά της. Ένας ακόμη στόχος ήταν σε μία περίοδο κρίσης, που πολλοί μουσικοί δεν είχαν δουλειά, να μπορέσω να τους δώσω τη δυνατότητα να βρουν εργασία ιδίως σε νεότερους μουσικούς, οι οποίοι σπουδάζουν επενδύοντας πάρα πολλά χρήματα, αλλά και χρόνο στις σπουδές τους: Να μην αναγκαστούν να δουλέψουν σε κάποιο τομέα άσχετο των σπουδών τους, αλλά να ανταμειφθεί η προσπάθειά αυτή και να τους δοθεί η ευκαιρία να εργαστούν στην χώρα τους.

Γ.Ε.: Πόσο εφικτό είναι για την ορχήστρα να στηρίζεται εξ’ ολοκλήρου σε ιδιωτικούς πόρους, ειδικά στην εποχή μας που ζούμε δύσκολες καταστάσεις (κορωνοϊός, πόλεμος στην Ουκρανία, ακρίβεια); Σας προκαλεί άγχος το θέμα της χρηματοδότησής της;

N.M.: Πάντα όταν υπάρχουν οικονομικά ζητήματα χρειάζεται σίγουρα μία ιδιαίτερη προσοχή να μην συμβεί κάτι και βρεθεί κανείς χρεωμένος. Έχω συνηθίσει να μην απλώνω το χέρι μου περισσότερο από εκεί που φτάνει και να μπορέσω να υπολογίσω αυτά που θα χρειαστούν στην ορχήστρα. Όπως ανέφερα και προηγουμένως, τα έσοδα της ορχήστρας δεν επαρκούν ακόμη για να καλύψει τα έξοδά της. Επομένως, υπάρχουν από πίσω τα Νέα Εκπαιδευτήρια, τα οποία καλύπτουν τις διαφορές. Μέχρι στιγμής, μετά από 6 χρόνια ιστορίας της ορχήστρας, η διαχείρισή μας είναι σωστή. Παρόλο που τα έσοδα δεν επαρκούν, η ορχήστρα δεν έχει χρέη, είναι πάντα συνεπής στις αμοιβές της προς τους μουσικούς και προς τους κρατικούς φορείς, καθώς και σε όποιες άλλες υποχρεώσεις προκύπτουν. Ευθύς εξ αρχής είχα ως προϋπόθεση η ορχήστρα να είναι ανεξάρτητη και να μην ζητήσει ποτέ υποστήριξη από τον κρατικό προϋπολογισμό, διότι κρατικός προϋπολογισμός είμαστε εμείς, οι φορολογούμενοι πολίτες. Οι υπόλοιπες ορχήστρες, στις οποίες αναφερθήκατε, και είναι γνωστά τα ονόματά τους, ήταν ιδιωτικές πρωτοβουλίες, οι οποίες όμως μέσα σε ελάχιστα χρόνια αναγκάστηκαν να αναζητήσουν στήριξη του κρατικού προϋπολογισμού. Η Φιλαρμόνια Ορχήστρα δεν θα προβεί σε κάτι τέτοιο. Θέλει να είναι ανεξάρτητη και δεν θέλει να έχει παρεμβάσεις στο δημιουργικό της έργο από κανέναν, ούτε από ιδιωτικό, ούτε από δημόσιο φορέα. Εάν το Υπουργείο Πολιτισμού ή οποιοσδήποτε άλλος φορέας ιδιωτικός, δημόσιος είτε δημοτικός, θεωρήσει ότι το έργο το οποίο προσφέρει η ορχήστρα είναι άξιο λόγου, τότε φυσικά η όποια προσφορά του θα είναι ευπρόσδεκτη, υπό τον όρο ότι η προσφορά αυτή δεν θα σημαίνει εξάρτηση της ορχήστρας από οποιονδήποτε. Μέχρι στιγμής έχουμε συνεργαστεί με δημόσιους φορείς, όπως με το Φεστιβαλ Αθηνών, με το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, πάντοτε με τον όρο της αμοιβαιότητας.

Maliaras 2

Γ.Ε.: Πιστεύετε ότι σε όλη αυτή την δύσκολη κατάσταση οι καλλιτέχνες και εν γένει οι άνθρωποι του πνεύματος μπορούν να έχουν έναν διαφορετικό ρόλο εν συγκρίσει με τους υπόλοιπους ανθρώπους;

N.M.: O ρόλος των ανθρώπων του πνεύματος είναι πάντοτε σημαντικός και ξεχωριστός σε οποιαδήποτε εποχή, είτε είναι εποχή πλούτου, είτε φτώχειας, είτε εποχή προβλημάτων. Στις εποχές των προβλημάτων ο ρόλος της τέχνης είναι ακόμα πιο σημαντικός. Μετά από τόσα χρόνια που κινούμαι στους κύκλους αυτούς, έχω πειστεί πλέον για το γεγονός ότι η τέχνη είναι η μοναδική διέξοδος του ανθρώπου από τέτοιου είδους δυσκολίες. Είναι η μόνη που μπορεί να απαλύνει τον πόνο, να βοηθήσει τον άνθρωπο ψυχολογικά, ώστε να ξεπεράσει τις δυσκολίες, να του δώσει δημιουργικές διεξόδους, συμβάλλοντας με αυτό τον τρόπο στην αντιμετώπιση της όποιας δυσκολίας. Ακόμη και οικονομικής, διότι οι οικονομικές δυσκολίες μπορούν να προκαλέσουν ψυχολογικά, οικογενειακά, προσωπικά προβλήματα, ακόμη και προβλήματα υγείας. Αν λοιπόν κάποιος μπορέσει να υποστηρίξει τον εσωτερικό του κόσμο μέσω της τέχνης, να αποκτήσει διεξόδους και νόημα στη ζωή του, πέρα από τον βιοπορισμό, τότε μπορεί να καταφέρει να ξεπεράσει και κάθε είδους πρόβλημα. Γι’ αυτό τον λόγο η τέχνη, ο ρόλος των πνευματικών ανθρώπων και ο ρόλος της κάθε μορφής εκπαίδευσης είναι πολύ σημαντικός στην περίοδο των δυσκολιών, χωρίς όμως να σημαίνει ότι δεν είναι σημαντικός στις περιόδους του πλούτου.

Γ.Ε.: Θα μπορούσαμε να πούμε επομένως ότι η τέχνη είναι το καταφύγιό μας;

Ν.Μ.: Σίγουρα. Η τέχνη είναι το καταφύγιο, είναι η διέξοδος, είναι εκείνο το οποίο μπορεί να μας στηρίξει σε κάθε δύσκολη στιγμή.

Γ.Ε.: Έχοντας διανύσει μεγάλο μέρος της ζωής σας και στον τομέα της εκπαίδευσης, καθότι είστε καθηγητής στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών του ΕΚΠΑ στον Τομέα της Ιστορικής και Συστηματικής Μουσικολογίας κι έχετε επίσης αναλάβει και την διεύθυνση της Μικτής Χορωδίας Φοιτητών του Τμήματος, ποιος πιστεύετε ότι είναι ο ρόλος της μουσικής στην διαπαιδαγώγηση των νέων, αλλά και στη διάπλαση της ανθρώπινης ψυχής;

N.M.: Πιστεύω ότι η μουσική, πέραν από το ότι είναι η ευγενέστερη από τις τέχνες, είναι και ένα από τα σημαντικότερα παιδαγωγικά εργαλεία. Αυτό φυσικά δεν είναι κάτι που το ανακάλυψα εγώ, αλλά είναι γνωστό ήδη από τους αρχαίους Έλληνες. Θεωρούσαν τη μουσική ως τη σημαντικότερη από τις τέχνες και της έδιναν πάρα πολύ σημαντικό ρόλο στην εκπαίδευση των νέων. Αυτό συμβαίνει διότι η μουσική συνδυάζει πάρα πολλά και διαπαιδαγωγεί τον άνθρωπο με πάρα πολλούς διαφορετικούς τρόπους, δίνοντάς του εμπειρίες, τις οποίες σχεδόν καμία άλλη ανθρώπινη δραστηριότητα δεν μπορεί να προσφέρει. Μέσα από τη μουσική μαθαίνει κανείς, για παράδειγμα, να είναι πειθαρχημένος, να θέτει στόχους τόσο προσωπικούς όσο και ομαδικούς και να βρίσκει τη μέθοδο για να καταφέρει εν τέλει να τους πετύχει. Η μουσική δεν μπορεί να σε κοροϊδέψει κι αυτό το γνωρίζετε κι εσείς ως καλλιτέχνης. Τον ακροατή δεν μπορείς να τον κοροϊδέψεις. Εάν παίζεις καλά, παίζεις καλά, αν όχι το καταλαβαίνει, το διαισθάνεται και ο πιο άσχετος. Αντιθέτως, σε πολλά άλλα πράγματα μπορούμε εύκολα να εξαπατηθούμε. Για τον λόγο αυτό επέλεξα κι εγώ να ασχοληθώ με τη μουσική. Αλλά και στο σχολείο, στο οποίο τυχαίνει να έχω κάποια θέση, έχω εντάξει τη μουσική στο πρόγραμμά του σε πολύ μεγάλο βαθμό. Στόχος είναι όχι μόνο να μάθουν τα παιδιά μουσική, καθώς δεν χρησιμοποιούμε τη μουσική σε ατομικό επίπεδο, όπως γίνεται στα ωδεία, αλλά μόνο σε ομαδικό και σε επίπεδο τάξης. Η ενασχόληση όμως με τη μουσική θα βοηθήσει τα παιδιά να αποκτήσουν εκείνες τις προσωπικές εμπειρίες, οι οποίες έχουν να κάνουν με την διαπαιδαγώγηση της προσωπικότητάς τους και με την απόκτηση βιωμάτων, τα οποία διαμορφώνουν και διαπλάθουν τον χαρακτήρα τους. Είναι στοιχεία που θα τα ακολουθούν σε όλη τους τη ζωή.

Γ.Ε.: Ο χώρος του σχολείου και του πανεπιστημίου σας βοήθησε ώστε να αφουγκραστείτε καλύτερα τις ανάγκες των νέων;

N.M.: Ναι, αυτό είναι βέβαιο. Όχι μόνο με βοήθησε, αλλά για εμένα είναι πολύ μεγάλη ευτυχία και τύχη να κινούμαι εντός των χώρων αυτών, διότι έτσι είμαι πάντα κοντά στους νέους. Αυτό ισχύει για όλους όσους ασχολούνται με τον χώρο της εκπαίδευσης. Μέσα από την εμπειρία και από την επαφή με τα νέα παιδιά, ανανεωνόμαστε κι εμείς. Μένουμε για λίγο περισσότερο νέοι και χαιρόμαστε μαζί τους για την πρόοδό τους, τους στόχους τους, τα όνειρά τους. Όταν μπορούμε να συμβάλλουμε κι εμείς στη στήριξη της προόδου τους, τότε αυτό είναι μία μεγαλύτερη ευτυχία. Εμείς οι δάσκαλοι, αυτό που ζητάμε από τους μαθητές μας είναι να γίνουν καλύτεροι από εμάς, ώστε να προοδεύσει ο κόσμος.

Maliaras 1

Γ.Ε.: Στόχος της ορχήστρας, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, είναι να προβάλλει την νεοελληνική έντεχνη μουσική δημιουργία. Τι εννοούμε με τον όρο νεοελληνική έντεχνη μουσική;

N.M.: Στην Ελλάδα, ειδικά στο πεδίο της μουσικής υπάρχει μεγάλη σύγχυση ως προς τους όρους και τις λέξεις που χρησιμοποιούμε, καθώς και τη σημασία τους. Ακούμε, για παράδειγμα, τη λέξη «έντεχνος» και αμέσως σκεφτόμαστε το έντεχνο τραγούδι ή αναρωτιούνται και λένε «γιατί έντεχνη; Όλοι οι υπόλοιποι δηλαδή είμαστε άτεχνοι;». Όλα αυτά είναι ψευτοδιλήμματα. Στον χώρο της μουσικολογίας είναι απολύτως σαφές τι εστί έντεχνη μουσική. Είναι η μουσική εκείνη, η οποία παράγεται από επώνυμους δημιουργούς με στόχο την καλλιτεχνική δημιουργία και απόλαυση. Δεν έχει ως πρωτεύοντα στόχο την εμπορική εκμετάλλευση και βασίζεται πάνω σε όρους, συνήθειες και παραδόσεις της τέχνης, οι οποίες προέρχονται από πολύ μακριά. Το ίδιο συμβαίνει και με κάθε τέχνη. Νομίζω, για παράδειγμα, ότι είναι σαφής η διάκριση της ζωγραφικής από την γελοιογραφία ή από την αφίσα, όπως επίσης είναι σαφής η διάκριση μεταξύ του θεάτρου τέχνης - υπάρχει όπως γνωρίζετε και θεσμός που λέγεται «θέατρο τέχνης»- και του εμπορικού θεάτρου, στο οποίο πηγαίνουμε για να διασκεδάσουμε. Εάν λοιπόν το σκεφτεί κανείς, η ίδια διάκριση εντοπίζεται μεταξύ της έντεχνης μουσικής και κάθε άλλου είδους μουσικής, είτε αυτό έχει εμπορική στόχευση, είτε χαρακτηρίζεται από την ανωνυμία του δημιουργού, όπως είναι η παραδοσιακή μουσική και εν γένει η παραδοσιακή τέχνη. Για εμένα λοιπόν η διάκριση αυτή είναι σαφής και οποιοσδήποτε θέλει να ασχοληθεί, αντί να κάνει λεξιπαίγνια, ας αφιερώσει λίγο χρόνο στο να ψάξει, να αναρωτηθεί και θα του είναι απόλυτα ξεκάθαρο και κατανοητό αυτό που εννοώ.

Γ.Ε.: Μαζί με τον μαέστρο και καλλιτεχνικό διευθυντή της Φιλαρμόνιας Ορχήστρας Αθηνών, κ. Βύρων Φιδετζή, ερευνάτε αυτό τον τεράστιο θησαυρό της ελληνικής έντεχνης μουσικής, ανακαλύπτοντας έργα, τα οποία δεν έχουν παιχτεί ποτέ. Πώς γίνεται και τι απαιτεί η πρώτη μουσικολογική κι ερμηνευτική προσέγγιση των έργων αυτών;

N.M.: Κατ’ αρχάς θα ήθελα να υπογραμμίσω αυτό που λέτε, διότι είναι πραγματικά πολύ δυσάρεστο το γεγονός ότι έργα συνθετών έχουν γραφτεί και δεν έχουν εκτελεστεί ποτέ ή έχουν να εκτελεστούν πάνω από 50, 100, ακόμα και 150 χρόνια. Σε κανένα κράτος της Ευρώπης και όχι μόνο, δεν θα συνέβαινε κάτι ανάλογο. Θα υπήρχαν οι θεσμοί και οι δυνατότητες, ώστε οι δημιουργοί να βρουν διεξόδους με σκοπό να παιχτούν τα έργα τους, τουλάχιστον τα σημαντικότερα.
Για να απαντήσω στο ερώτημά σας σχετικά με το τι απαιτεί η προσέγγιση των έργων, σίγουρα αυτό που χρειάζεται είναι μία σε βάθος αρχειακή έρευνα, η οποία στην χώρα μας είναι πολύ δύσκολο να πραγματοποιηθεί, διότι πολλοί συνθέτες παλαιότερων εποχών, όπως είναι φυσικό, δεν βρίσκονται πλέον στη ζωή. Εκείνοι, οι οποίοι κατέχουν τα αρχεία τους, τις παρτιτούρες τους, είναι άνθρωποι που πολλές φορές δεν έχουν σχέση με τη μουσική. Έτσι έχουν στη διάθεσή τους ένα αρχείο, το οποίο θεωρούν ότι είτε μπορούν να το πουλήσουν και να βγάλουν χρήματα, είτε να το φυλάξουν στο σπίτι τους κλειδωμένο για να μην χαθεί. Όμως, με την αντιμετώπιση αυτή στην πραγματικότητα δεν το προστατεύουν, αλλά το βλάπτουν, διότι η μουσική αυτή δεν φτάνει ποτέ στα αυτιά του κοινού για το οποίο έχει γραφτεί. Υπάρχει λοιπόν ένας μεγάλος αγώνας και θα έλεγα ότι σε κάποιον βαθμό δεν αδικώ ούτε τους συνθέτες, ούτε τους κληρονόμους εφόσον δεν υπάρχουν οι θεσμοί εκείνοι που είναι ικανοί να προστατεύσουν και να αναδείξουν το έργο. Επομένως, δεν υπάρχει κάποιο κίνητρο, ώστε να σκεφτεί κάποιος διαφορετικά.
Η αλήθεια είναι ότι τα τελευταία 30-40 χρόνια κι αυτό είναι απόρροια και της μουσικολογικής έρευνας που έχει εκπονηθεί από τα ελληνικά πανεπιστήμια, έχουν αναδειχθεί νέοι επιστήμονες, αλλά και θεσμοί, και αυτό αποτελεί ένα κίνητρο για όσους έχουν αρχεία στη διάθεσή τους να τα αποθέσουν στους θεσμούς αυτούς, ώστε σιγά σιγά να μπορέσουν να αξιοποιηθούν. Το σημαντικότερο από αυτά είναι το αρχείο της ελληνικής μουσικής της βιβλιοθήκης «Λίλιαν Βουδούρη» του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών και το οποίο τα τελευταία 20 χρόνια έχει συγκεντρώσει έναν μεγάλο αριθμό ολοκληρωμένων αρχείων μεγάλων Ελλήνων συνθετών, όπως το αρχείο του Μ. Θεοδωράκη, του Μ. Καλομοίρη, του Ν. Σκαλκώτα και πολλά ακόμη. Χρειάζεται βεβαίως πολυμελές και εξειδικευμένο προσωπικό καθώς και πολλά χρήματα, ώστε τα αρχεία αυτά να ταξινομηθούν, να ψηφιοποιηθούν και να είναι στη διάθεση των ερευνητών. Ένα ακόμη μεγάλο αρχείο είναι το ψηφιοποιημένο αρχείο που κατέχει το Εργαστήριο Ελληνικής Μουσικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, το οποίο είναι στη διάθεση των ερευνητών και συνεχώς εμπλουτίζεται. Υπάρχουν, ωστόσο και άλλα αρχεία, τα οποία λειτουργούν με ιδιωτική πρωτοβουλία, όπως το αρχείο του Θωμά Ταμβάκου, του Γιώργου Κωνστάντζου, και πολλά ακόμη. Επομένως, όταν υπάρχει το πρωτογενές υλικό τότε χρειάζεται ένα εξειδικευμένο επιτελείο ανθρώπων, οι οποίοι με τα μέσα της σύγχρονης τεχνολογίας να μπορέσει να αντιγράψουν αυτά τα έργα σε μουσικό λογισμικό, να διορθωθούν τα λάθη, να γίνουν οι εκδόσεις, να εκτελεστούν τα έργα και κατόπιν να διορθωθούν ξανά τα λάθη για να φτάσουμε σε ένα προϊόν που θα αντιπροσωπεύει πραγματικά τη δημιουργία του συνθέτη. Όπως καταλαβαίνετε, είναι μία πολύχρονη διαδικασία που δεν τελειώνει ποτέ και δεν πρόκειται να τελειώσει ποτέ. Αλλά δεν θέλουμε να φτάσουμε στο τέρμα! Θέλουμε, όπως έλεγε και ο Καβάφης, το ταξίδι. Η πορεία, η διαδρομή είναι αυτή που έχει σημασία, διότι μέσα από αυτή τη διαδρομή ανακαλύπτουμε πάντα κάτι καινούργιο, δίνοντας το κίνητρο στους νεότερους ανθρώπους να καταλάβουν ότι αυτό το πεδίο είναι πολύ ενδιαφέρον για την έρευνα, ώστε να μπορέσουν να προσφέρουν στην ακαδημαϊκή κοινότητα, αλλά και στην ελληνική τέχνη.

Maliaras 8

Γ.Ε.: Πόσο εύκολο είναι να προβληθεί το έργο Ελλήνων συνθετών κλασικής μουσικής, το οποίο δυστυχώς ο κόσμος δεν γνωρίζει; Ποια είναι η ανταπόκριση του κόσμου στην περίπτωση αυτή; (δεδομένου ότι η πλειονότητα του κόσμου πάει να ακούσει κάτι που του είναι οικείο και «εύκολο» στην κατανόηση).

N.M.: Η ανταπόκριση του κόσμου εξαρτάται από πολλές παραμέτρους. Φυσικά, δεν έχουμε ψευδαισθήσεις. Δεν μπορούμε να γεμίσουμε το Παναθηναϊκό στάδιο ή το Ολυμπιακό στάδιο όπως το γέμιζε ο Θεοδωράκης, ο Μαρκόπουλος ή όπως το γεμίζουν οι Scorpions, αλλά δεν είναι αυτός ο στόχος μας. Η μουσική, η οποία απευθύνεται σε τόσο μεγάλα πλήθη έχει μία άλλη δομή, μία άλλη λειτουργία. Φυσικά και αυτή η μουσική έχει τον δικό της κοινωνικό ρόλο και δεν μπορεί ουδείς να το αμφισβητήσει. Η ανταπόκριση του κόσμου δεν μπορεί να είναι τόσο μεγάλη. Ωστόσο, ενώ στην αρχή είχαμε πράγματι μικρή ανταπόκριση, συν τω χρόνω το κοινό έχει αυξηθεί και αυξάνεται συνεχώς. Μέσα από τη σύγχρονη τεχνολογία, από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης καθώς και από τη χρήση μηχανισμών επικοινωνίας και προβολής του έργου της ορχήστρας, μπορώ να πω ότι πλέον το όνομά της έχει γίνει πολύ γνωστό. Μάλιστα, έχουμε πολλές προτάσεις για συνεργασίες και αυτές οι προτάσεις ολοένα πυκνώνουν. Πρέπει να πω ότι ένα σημαντικό ρόλο σε όλο αυτό έπαιξε και η πανδημία, όσο κι αν φαίνεται παράξενο. Όταν τα πάντα είχαν κλείσει και δεν λειτουργούσε τίποτα, η Φιλαρμόνια συνέχισε να λειτουργεί. Έτσι λοιπόν το έτος 2021, το οποίο ήταν και το έτος της επετείου από την Ελληνική Επανάσταση, γυρίσαμε μία σειρά βίντεο με θέματα Ελλήνων συνθετών. Ήταν το δικό μας αφιέρωμα, ο δικός μας τρόπος να εορτάσουμε την Ελληνική Επανάσταση κι ελευθερία μέσα από τη δημιουργία των Ελλήνων συνθετών. Τα βίντεο αυτά φαίνεται ότι είχαν μεγάλη επιτυχία και ο κόσμος κατάλαβε ότι πρόκειται για μία ορχήστρα με υψηλή ποιοτική και καλλιτεχνική στάθμη. Θεωρώ ότι το γεγονός αυτό σίγουρα έπαιξε έναν ρόλο στην αναγνωρισιμότητα της ορχήστρας. Έχουμε δημιουργήσει λοιπόν έναν μηχανισμό, ώστε το έργο της να εμφανίζεται με μεγαλύτερο δυναμισμό και θεωρώ ότι έχουμε επιτύχει πολλά πράγματα. Η φετινή μας καλλιτεχνική περίοδο είναι σχεδόν κλεισμένη από τώρα έως και το καλοκαίρι και συζητάμε και προτάσεις για την μεθεπόμενη καλλιτεχνική περίοδο. Μάλιστα, θα ήθελα στο σημείο αυτό να πω ότι τα τελευταία χρόνια που ακούγεται το έργο της Φιλαρμόνιας Ορχήστρας, παρατηρούμε ότι και άλλες ελληνικές ορχήστρες έχουν αρχίσει με μεγαλύτερη συχνότητα να ασχολούνται με την ελληνική μουσική και αυτό είναι κάτι πάρα πολύ σημαντικό. Αν λοιπόν για αυτή τη μεταστροφή έχει βάλει το λιθαράκι της η Φιλαρμόνια μέσα από τη δράση της, αυτό είναι ακόμα μεγαλύτερη επιτυχία. Δεν θέλουμε να είμαστε η μόνη ορχήστρα που παίζει ελληνική μουσική, αλλά επιθυμούμε όλες οι ορχήστρες να παίζουν ελληνική μουσική.

Γ.Ε.: Παράλληλα με την Φιλαρμόνια Ορχήστρα, λειτουργεί και το σύνολο «Ποικίλης Μουσικής της Φιλαρμόνιας», το οποίο ιδρύθηκε το 2018 και συμμετέχει σε συναυλίες rock, pop και ελαφράς μουσικής. Έχει συνεργαστεί επίσης με σπουδαία ονόματα σε μεγάλους χώρους της Αθήνας, αλλά και της Θεσσαλονίκης, προσεγγίζοντας επιτυχώς το ευρύ κοινό. Μιλήστε μας για τη δημιουργία του συνόλου αυτού. Ήταν κάτι που προέκυψε ή αποτελούσε αρχικό σας στόχο;

N.M.: Δεν ήταν στους αρχικούς μας σχεδιασμούς, αλλά προέκυψε πολύ γρήγορα. Καταλάβαμε, όπως είπατε κι εσείς, ότι υπάρχει ανάγκη προσέγγισης του ευρύτερου κοινού, το οποίο δεν είναι εύκολο να επιλέξει να πάει σε μία συναυλία συμφωνικής μουσικής. Είναι πιο εύκολο να ακούσει τον ήχο της συμφωνικής μουσικής μέσα από μία μουσική που τη γνωρίζει και την ακούει. Ενδεχομένως, μέσα από αυτή λοιπόν τη γνωριμία, ορισμένοι να ενδιαφερθούν να ακούσουν και καθαρή συμφωνική μουσική. Έτσι λοιπόν η δημιουργία του συνόλου «Ποικίλης μουσικής της Φιλαρμόνιας» ήταν ένας τρόπος να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση και αναγνωρισιμότητα και στο όνομα της ορχήστρας. Άλλωστε αυτό είναι κάτι το οποίο όλες οι μεγάλες ορχήστρες του εξωτερικού το κάνουν, ακόμα και οι πιο ονομαστές, οπότε δεν βρίσκω λόγο να μην το κάνει και η Φιλαρμόνια.

Γ.Ε.: Θα ήθελα να ανατρέξουμε στο παρελθόν και συγκεκριμένα στην πρώτη μέρα λειτουργίας της Φιλαρμόνιας Ορχήστρας. Ποια τα συναισθήματά σας; Πώς ήταν η επικοινωνία των μουσικών μαζί σας;

N.M.: Ήμουν πολύ συγκινημένος, διότι ήταν η πρώτη μας πρόβα. Αν δεν κάνω λάθος ήταν 4 Νοεμβρίου 2016 και είχε ήδη προγραμματιστεί η πρώτη μας συναυλία για τις 20 Νοεμβρίου, με έργα από συνθέτες της Επτανησιακής σχολής και συγκεκριμένα του Μάντζαρου και κάποιων μαθητών του. Δυστυχώς, ήταν ημέρα Πέμπτη και είχα μάθημα στο Πανεπιστήμιο, οπότε δεν ήμουν εκεί όταν ακούστηκαν οι πρώτες νότες της ορχήστρας. Μόλις τελείωσα το μάθημα πήγα στην πρόβα. Φυσικά είχα παραστεί πολλές φορές σε πρόβα ορχήστρας, διότι το απαιτεί η δουλειά μου. Η αίσθηση όμως αυτή τη φορά ήταν διαφορετική. Όταν άκουσα τα έργα του Μάντζαρου, τα οποία πρόβαρε ο Βύρων Φιδετζης, διαπίστωσα ότι το αποτέλεσμα ήταν πολύ καλό. Μου άρεσε πολύ ο ήχος της ορχήστρας και όταν γνωρίζεις ότι έχεις συμβάλλει κι εσύ σε όλο αυτό το εγχείρημα, η συγκίνηση αναμφισβήτητα είναι μεγάλη. Πρέπει να πω ότι όσο κι αν μας συνδέουν πολλά χρόνια στενής φιλίας με τον Βύρωνα Φιδετζή, εγώ δεν είχα πείρα από την καθημερινότητα μίας συμφωνικής ορχήστρας, εν αντιθέσει με εκείνον, ο οποίος είχε τεράστια εμπειρία. Μπορώ να πω ότι είμαι υπερήφανος διότι με τη συνεργασία των μουσικών καταφέραμε να έχουμε ένα πολύ καλό κλίμα στην ορχήστρα. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι δεν έχουμε και διαφωνίες, διαφορετικά δεν θα ζούσαμε. Επομένως έχουμε τις δυσκολίες μας, τα ζητήματά μας, όμως όλα αντιμετωπίζονται όταν υπάρχει πνεύμα συνεργασίας και συναίνεσης. Έχουμε μία όμορφη συνεργασία, κάτι το οποίο φοβάμαι ότι δεν βρίσκεται εύκολα σε άλλες ορχήστρες. Αυτό είναι κι ένα από τα σημαντικότερα επιτεύγματα, καθώς και μία εγγύηση ότι η ορχήστρα αυτή θα μπορέσει να συνεχίσει το έργο της όσο καιρό ακόμα αντέχουμε.

Maliaras 5

Γ.Ε.: Τι εισπράξατε από το κοινό μετά την πρώτη επίσημη εμφάνιση της ορχήστρας;

N.M.: Όπως καταλαβαίνετε είχε γίνει μεγάλη διαφήμιση. Είχαμε δώσει συνεντεύξεις τύπου και εκείνη την ημέρα είχε έρθει πολύς κόσμος, ανάμεσά τους και πολλοί προσκεκλημένοι δικοί μου και του Βύρωνα Φιδετζή, οι οποίοι θέλησαν να είναι κοντά μας για συμβολικούς λόγους και για να συμπαρασταθούν στο ξεκίνημα της ορχήστρας. Ο χώρος στον οποίο διεξήχθη η πρώτη συναυλία ήταν ο χώρος στον οποίο κάνουμε και τις πρόβες μας. Στον ίδιο χώρο δώσαμε και τις περισσότερες συναυλίες μας τα πρώτα 3 με 4 χρόνια. Η ανταπόκριση του κοινού, όπως ανέφερα και προηγουμένως δεν ήταν τόσο μεγάλη στην αρχή, όμως κι εμείς ψάχναμε να βρούμε τα βήματά μας, τους συνεργάτες μας. Νομίζω ότι στην πορεία βρήκαμε τον τρόπο συνεργασίας, αποκτήσαμε την προσωπικότητά μας κι έμαθα κι εγώ αρκετά, τα οποία δεν γνώριζα. Πλέον, και μετά την πανδημία, είμαστε θεωρώ σε έναν καλό δρόμο για να προχωρήσουμε.

Γ.Ε.: Μετά λοιπόν από 6 χρόνια λειτουργίας της Φιλαρμόνιας Ορχήστρας θα λέγατε ότι το κοινό έχει αγκαλιάσει την ορχήστρα;

Ν.Μ.: Έτσι νομίζω. Το κοινό, το οποίο ασχολείται με την κλασική μουσική γνώρισε την ορχήστρα. Το κοινό που ασχολείται ιδιαίτερα με την ελληνική μουσική, το λίγο πιο ψαγμένο κοινό - και το χαρακτηρίζω με αυτό τον τρόπο διότι, όπως είπατε κι εσείς, λίγοι είναι εκείνοι που γνωρίζουν την ελληνική μουσική - γνωρίζει σίγουρα την Φιλαρμόνια. Έχουμε εκδώσει ήδη δύο CD, έχουμε μία μεγάλη συλλογή στο κανάλι μας στο youtube με πάνω από 150 έργα Ελλήνων συνθετών, στα οποία μπορεί κανείς να ακούσει δωρεάν. Έχουμε επίσης και ηχογραφημένο υλικό για την έκδοση ακόμη 5-6 CD τουλάχιστον. Επομένως, νομίζω ότι η ορχήστρα Φιλαρμόνια έχει γίνει γνωστή, καθώς και το σύνολο «ποικίλης μουσικής » και περιμένουμε με αισιοδοξία το μέλλον.

Γ.Ε.: Ως ιδρυτής της Φιλαρμόνιας Ορχήστρας Αθηνών πώς ονειρεύεστε την πορεία της;

N.M.: Αφού ξεπεράσαμε την ιστορία της πανδημίας, είμαι αισιόδοξος. Αυτό το λέω διότι μόλις η ορχήστρα είχε ξεκινήσει να γίνεται γνωστή, έπρεπε ξαφνικά όλα να σταματήσουν. Τότε δεν σας κρύβω ότι ένιωσα μια μεγάλη απογοήτευση. Αναρωτήθηκα πώς θα μπορέσει η ορχήστρα να ξεκινήσει ξανά από την αρχή και να φτάσει στο σημείο αυτό. Ευτυχώς όμως μετά το πέρας της πανδημίας (που δεν είναι τόσο βέβαιο ότι έχει περάσει), φτάσαμε πολύ γρήγορα στο σημείο αυτό και σε ακόμα καλύτερο. Είμαι λοιπόν αισιόδοξος για το μέλλον. Μάλιστα, θεσμοί οι οποίοι μας δυσκόλευαν στο έργο μας, άλλοι σε λιγότερο και άλλοι σε μεγαλύτερο βαθμό, θεωρώντας μας ενδεχομένως ως ανταγωνιστές, έχουν πλέον δει ότι όχι μόνο δεν είμαστε ανταγωνιστές, αλλά δεν έχουμε να χωρίσουμε τίποτα με κανέναν, δεν κατηγορούμε κανέναν και αυτό που ζητάμε είναι να προσφέρουμε με χαρά αυτό που μπορούμε. Και αν κάποιοι το θεωρούν χρήσιμο, να το κάνουν κι εκείνοι, όπως κι εμείς. Θεσμοί επίσης στους οποίους είχαμε μεγάλη δυσκολία πρόσβασης, όπως είναι για παράδειγμα το Μέγαρο Μουσικής, πλέον έχουμε συχνότερη πρόσβαση, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις μας καλούν για να πλαισιώσουμε ορισμένες εκδηλώσεις και συναυλίες. Πρέπει πάντως να έχουμε κατά νου, κι αυτό εσείς ως μουσικολόγος το γνωρίζετε, ότι μία συναυλία δεν είναι το τελικό προϊόν, δεν είναι ούτε καν οι πρόβες που έχουν προηγηθεί. Είναι όλη η δουλειά για την αποκατάσταση των έργων, την αντιγραφή, την καθαρογράφηση, τη διόρθωση. Αυτή η δουλειά δεν πληρώνεται και ποτέ δεν θα πληρωθεί, όσα εισιτήρια κι αν πουλήσουμε σε μία συναυλία. Επομένως, ας είναι οι πόρτες ανοιχτές για να μπορούμε να παρουσιάζουμε αυτή τη δουλειά στο ελληνικό κοινό.

Γ.Ε.: Κύριε Μαλιάρα σας ευχαριστώ θερμά για αυτή την υπέροχη συζήτηση καθώς και για την αξιέπαινη συνεισφορά σας στον πολιτισμό μας.

N.M.: Ευχαριστώ κι εγώ για την όμορφη συζήτηση. Καλή συνέχεια εύχομαι στο έργο σας.


Το Radio Art έχει αδειοδοτηθεί  από τους Ελληνικούς οργανισμούς διαχείρισης δικαιωμάτων | Autodia | EDEM Rights
Copyright © Radio Art | All rights reserved.