Βύρων Φιδετζής


Κείμενο: Γιώτα Ευταξία, Μουσικός και Εθνομουσικολόγος (ΕΚΠΑ)
01 Φεβρουαρίου 2023

''Για εμένα η τέχνη είναι ένα στήριγμα, είναι ένα αποκούμπι. Είναι μία αξία που σχηματίστηκε εντός μου μέσα από χρόνια μελέτης και αυτό είναι μεγάλη ασφάλεια. Η μεγάλη τέχνη δεν σε προδίδει ποτέ''

B.Φιδετζής

 

Έχει βραβευτεί από σημαντικούς φορείς και θεσμούς τόσο για την καλλιτεχνική του δράση, όσο και για την πολυετή και ουσιαστική προσφορά του στην ελληνική μουσική. Είναι αναμφισβήτητα μεγάλη η συνεισφορά του στον ελληνικό μουσικό πολιτισμό, καθώς έχει αφιερώσει τη ζωή του στην έρευνα και προβολή της ελληνικής έντεχνης μουσικής δημιουργίας, αναδεικνύοντας με αυτό τον τρόπο την πολιτιστική μας ταυτότητα. Ο λόγος για τον σολίστ βιολοντσέλου, διευθυντή ορχήστρας και μελετητή της ελληνικής έντεχνης μουσικής κ. Βύρων Φιδετζή.

Γεννηθείς στην Θεσσαλονίκη σπούδασε βιολοντσέλο στο Κρατικό Ωδείο με καθηγητή τον Μανώλη Καζαμπάκα καθώς και ανώτερα θεωρητικά με καθηγητή τον Σόλωνα Μιχαηλίδη. Στην ηλικία των 15 χρόνων πρωτοέπαιξε στην ορχήστρα του Μουσικού Τμήματος του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου υπό τη διεύθυνση του Γιάννη Μάντακα, ενώ από το 1963-1968 ήταν μέλος της Συμφωνικής Ορχήστρας Βορείου Ελλάδος. Εν συνεχεία και με υποτροφία του ΙΚΥ ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο βιολοντσέλο στην Μουσική Ακαδημία της Βιέννης με καθηγητές τους Βλαντιμίρ Ορλώφ, Αντρέ Ναββάρα και Σέντα Μπένες παίρνοντας το δίπλωμά του το 1975. Επιπροσθέτως, στην ίδια Ακαδημία σπούδασε διεύθυνση ορχήστρας με τον Χανς Σβαρόφσκυ, παίρνοντας το δίπλωμά του το 1977. Παρακολούθησε επίσης σεμινάρια με τους αρχιμουσικούς Μιλτιάδη Καρύδη (Βιέννη) και Ότμαρ Σουίτνερ (Βαϊμάρη).

Ως σολίστ, αλλά και ως μαέστρος έχει εμφανιστεί με τις σημαντικότερες συμφωνικές ορχήστρες της Ελλάδας, αλλά και με σημαντικές ορχήστρες του εξωτερικού, προσπαθώντας πάντοτε να προβάλλει την νεοελληνική έντεχνη μουσική. Από το 1987 ήταν μόνιμος αρχιμουσικός της ΚΟΑ, ενώ από το 2004 έως και το 2011 διετέλεσε καλλιτεχνικός διευθυντής της. Υψίστης σημασίας είναι και η συνεισφορά του στην νεοελληνική δισκογραφία, καθώς έχει ηχογραφήσει σημαντικές όπερες, αλλά και ορχηστρικά έργα πλείστα εκ των οποίων σε πρώτη παγκόσμια εκτέλεση ή σε πρώτη εκτέλεση μετά από πολλά χρόνα σιωπής, αναδεικνύοντας κυρίως τους συνθέτες της Επτανησιακής Σχολής.

Αξιοσημείωτο είναι και το εκπαιδευτικό του έργο, καθώς δίδαξε στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών και στο τμήμα Θεατρικών Σπουδών της Αθήνας, αλλά και στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών της Κέρκυρας. Από το 1994 έως το 2005 διετέλεσε επίσης πρόεδρος της Καλλιτεχνικής Επιτροπής των Μουσικών Σχολείων της χώρας μας. Ακόμη, ήταν μέλος της Διοικούσας Επιτροπής του Ιονίου Πανεπιστημίου. Τέλος, τον Οκτώβριο του 2012 εξελέγη μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Ιονίου Πανεπιστημίου, ενώ το 2010 αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών, λόγω της ουσιαστικής προσφοράς του στην ελληνική μουσική δημιουργία.

Γ.Ε.:Αξιότιμε κ. Φιδετζή σας καλωσορίζουμε στο Ραδιόφωνο Τέχνης. Είναι μεγάλη τιμή και χαρά για εμένα και για όλη την ομάδα η παραχώρηση αυτής της συνέντευξης. Σας ευχαριστούμε από καρδιάς!

B.Φ.: Κι εγώ ευχαριστώ θερμά!

Γ.Ε.:Στην μακρόχρονη πορεία σας στον μουσικό χώρο ως σολίστ βιολοντσέλου, αλλά και ως διευθυντής ορχήστρας είναι σημαντική η πολυσχιδής ενασχόλησή σας με την έρευνα της ελληνικής μουσικής. Ζώντας σε μία εποχή οικουμενικότητας τι προϋποθέτει η έρευνα, η αξιολόγηση και η προβολή της ελληνικής μουσικής παράδοσης; Θεωρείτε ότι έχει επέλθει μία αλλοίωση της πολιτισμικής μας ταυτότητας;

B.Φ.: Αλλοιώσεις συμβαίνουν κάθε μέρα. Εμείς οι ίδιοι άνθρωποι ανάλογα με τις συνθήκες, αλλά και με τις εμπειρίες μας αλλάζουμε, σκεφτόμαστε διαφορετικά. Αυτό είναι φυσικό στη ζωή. Όσον αφορά στην ενασχόλησή μου με την έρευνα της ελληνικής μουσικής, αυτό έγινε για λόγους εσωτερικής ανάγκης. Αναρωτιόμουν, ως λαός ποιοι ακριβώς είμαστε, τι έχουμε καταφέρει και τι έχουμε προσφέρει συγκεκριμένα στον τομέα της μουσικής. Η αλήθεια είναι ότι στην Ελλάδα ήταν υπολειπόμενη η ανάπτυξη της μουσικής ιδίως όσον αφορά στην εξερεύνησή της. Η ελληνική μουσική δημιουργία αποτελούνταν από σπασμένους κρίκους μιας αλυσίδας, κάθε φορά δίχως συνέχεια. Κάθε επόμενη γενιά ελάχιστα γνώριζε για την προηγούμενη. Το γεγονός αυτό αποτέλεσε για εμένα το ερέθισμα να ασχοληθώ πέραν της ίδιας της μουσικής και με την έρευνά της. Η εκπαίδευση που έλαβα εκ των υστέρων συνέβαλε αφενός στο να τελειοποιήσω τις γνώσεις μου και την τεχνική μου και αφετέρου να δω τα πράγματα από μία σκοπιά πιο σφαιρική, κάτι το οποίο συνέβαλε στην ενασχόλησή μου με την ελληνική μουσική, η οποία ήταν συνεχής. Στην πορεία κατάλαβα ότι ένα μεγάλο όπλο στην προσπάθειά μου για την ανάδειξη και τη γνώση της ελληνικής μουσικής ήταν η δισκογραφία, η οποία ξεκίνησε τον Νοέμβριο του 1981 με την ηχογράφηση της Συμφωνίας της Λεβεντιάς του Μ. Καλομοίρη στη Σόφια και σταδιακά ακολούθησε μια σειρά ηχογραφήσεων. Μάλιστα, στο Πάζαρτζικ της Βουλγαρίας ηχογράφησα 6 ελληνικές όπερες καθώς και συμφωνικά έργα, κάτι το οποίο ήταν πάρα πολύ σημαντικό και δεν μπορούσε να γίνει στην Ελλάδα, λόγω ιδιαίτερων συνθηκών.

Σχετικά με την οικουμενικότητα που αναφέρατε, αναμφισβήτητα επηρεάζει την πολιτιστική μας ταυτότητα. Ας αναρωτηθούμε όμως τι είναι ο κόσμος. Σκεφτείτε ένα λιβάδι, το οποίο να έχει μόνο τα πιο όμορφα τριαντάφυλλα. Είναι βαρετό. Το λιβάδι έχει σημασία και ομορφιά όταν έχει το τριαντάφυλλο, το γαρύφαλλο, την μαργαρίτα και εν γένει όλα τα λουλούδια και δημιουργείται αυτό το υπέροχο αποτέλεσμα. Το ίδιο συμβαίνει και με τους ανθρώπους. Όλοι είμαστε ίδιοι και όλοι είμαστε διαφορετικοί. Αυτή είναι η ομορφιά. Το ζήτημα για την ανθρωπότητα έγκειται στο εάν όλα αυτά μπορούν να συνυπάρξουν εν ειρήνη. Πάντα αυτό ήταν το ζητούμενο.

Viron Videtzis8

Γ.Ε.: Είστε ο καλλιτεχνικός διεθυντής και ο μαέστρος της Φιλαρμόνιας Ορχήστρας Αθηνών. Στόχος της ορχήστρας είναι να προβάλλει την ελληνική μουσική των 200 και πλέον ετών. Η αναβίωση αυτή της ελληνικής μουσικής δεν είναι διόλου εύκολη διαδικασία. Ποια προβλήματα κληθήκατε να αντιμετωπίσετε στην πορεία αυτού του εγχειρήματος;

B.Φ.: To πρόβλημα όσον αφορά στην έρευνα της ελληνικής μουσικής είναι εν πρώτοις να βρεθούν τα έργα. Για παράδειγμα τα έργα του Καλομοίρη ήταν προσιτά και σε αυτό βοήθησε και η Κρινώ Καλομοίρη, η κόρη της η Χαρά Καλομοίρη, αλλά και ο Χάρης Πολιτόπουλος, ο οποίος αποτέλεσε την κινητήρια δύναμη για να γίνει ο σύλλογος ''Μανώλης Καλομοίρης'', μέσω του οποίου πραγματοποιήθηκαν και οι ηχογραφήσεις αρκετών έργων του. Χάριν όλης αυτής της δραστηριότητας άρχισε να δημιουργείται ένα ευρύτερο ενδιαφέρον κι έτσι προχωρήσαμε και σε ηχογραφήσεις των έργων του Κωνσταντινίδη, του Πετρίδη, του Λαυράγκα και πολλών ακόμη. Συνοψίζοντας, με αυτόν τον τρόπο συνεχίστηκε η δισκογραφία. Μάλιστα, εάν σήμερα μετρήσω τους δίσκους βινιλίου και τα CD είναι περίπου 100 μαζί με ορισμένες επανεκδόσεις.

Για να αναφερθώ όμως και στην Φιλαρμόνια, όπου είναι και η ερώτησή σας, κάποια στιγμή άρχισε η συνεργασία μου με τον Νίκο Μαλιάρα, με τον οποίο γνωριζόμασταν από πριν, δεδομένου ότι κάποια στιγμή είχα δουλέψει και στο Πανεπιστήμιο. Μέσω της γνωριμίας αυτής προέκυψε στην πορεία η ευρύτερη συνεργασία σε θέματα καταγραφής ελληνικών έργων. Παράλληλα, εγώ είχα ενορχηστρώσει και κάποια έργα που είχαν χαθεί, όπως η όπερα ''Μάρκος Μπότσαρης'' του Παύλου Καρρέρ και μαζί με τον Νίκο Μαλιάρα τα καταγράφαμε και διορθώναμε τα λάθη, κάτι το οποίο αποτελεί άλλη μία δυσκολία όσον αφορά στην έρευνα της ελληνικής μουσικής. Κάποια στιγμή προέκυψε το πρόβλημα της εκτέλεσης των έργων αυτών. Έτσι λοιπόν μου πρότεινε ο Νίκος Μαλιάρας να ιδρύσουμε μία ορχήστρα, με σκοπό να αναδειχθεί αυτός ο θησαυρός της ελληνικής έντεχνης μουσικής. Η αλήθεια είναι ότι το είχα συζητήσει αυτό το θέμα στο παρελθόν, όμως από τις εμπειρίες που είχα αποκομίσει ήμουν πολύ προσεχτικός διότι σκεφτόμουν τις υποδομές που χρειάζεται ένα τέτοιο εγχείρημα, ώστε να μην αποτύχει.

Ο Νίκος Μαλιάρας, ο οποίος έχει την εμπειρία του σχολείου, το είχε σκεφτεί έτσι ώστε αυτός ο χρόνος που θα αφιερώσουν οι μουσικοί για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός να μετρήσει και ως εργασιακή προϋπηρεσία. Μέσα λοιπόν από αυτές τις σκέψεις προχωρήσαμε στην ίδρυση της ορχήστρας, η οποία μετρά ήδη 6 χρόνια λειτουργίας. Συμβολικά διοργανώσαμε στην αρχή τρεις συναυλίες, οι οποίες χαρακτήριζαν τις τρεις εποχές της ελληνικής μουσικής: Επτανησιακή Σχολή, Εθνική Σχολή και Σύγχρονη Σχολή. Παράλληλα, προσπάθησα να επωφεληθώ των επαφών που είχα στο εξωτερικό με σκοπό η ορχήστρα να αποκτήσει κι ένα διεθνές βήμα και να μπορέσει να επεκτείνει την δραστηριότητά της στον δισκογραφικό τομέα, ο οποίος όπως ανέφερα και προηγουμένως είναι εξαιρετικά σημαντικός για την γνωριμία του ευρύτερου κοινού με την ελληνική μουσική, με την ελληνική παράδοση. Θεωρώ πλέον ότι με την δουλειά που έχει γίνει στην Φιλαρμόνια Ορχήστρα και με την ποιότητά της έχει κερδίσει μία θέση στην αθηναϊκή, αλλά και στην ευρύτερη ελληνική μουσική ζωή.

Γ.Ε.: Ποια η αντιμετώπιση της ελληνικής έντεχνης μουσικής από τους κρατικούς μουσικούς οργανισμούς;

B.Φ.: Aυτό ποικίλει, ανάλογα με την προσωπική αισθητική του εκάστοτε διευθυντή και με την μουσική πολιτική που ασκεί. Φυσικά και παίζει ρόλο και η καλλιέργεια του κάθε ατόμου. Από την άλλη, οι κρατικοί οργανισμοί είναι σχολείο και για τους μουσικούς, αλλά και για το κοινό. Πέραν του ψυχαγωγικού ρόλου που έχουν στην κοινωνία, έχουν κι εκπαιδευτικό ρόλο. Για παράδειγμα, το μόρφωμα που ονομάζεται ελληνική όπερα είναι αρχαιότερο από το μόρφωμα που λέγεται ελληνικό κράτος. Το νεοελληνικό κράτος ιδρύεται το 1830, ενώ η πρώτη όπερα που έχουμε είναι από το 1815 και συγκεκριμένα είναι ένα έργο του Μάντζαρου στα ιταλικά (''Don Crepuscolo''), το οποίο το έχουμε ηχογραφήσει και με την Φιλαρμόνια.

Το θέμα είναι ότι όλη την ιστορία αυτή της ελληνικής μουσικής που είναι πάνω από 200 χρόνια, ο Έλληνας μπορεί να την γνωρίσει μόνο μέσω ενός φορέα, ο οποίος είναι ειδικός σε αυτό τον τομέα. Συνεπώς, μπορεί να δίνω εξειδικευμένο βάρος στη σύγχρονη τέχνη, όμως η αίσθηση της συνέχειας, η αίσθηση της εκάστοτε παράδοσης, προϋποθέτει και την γνώση των προηγούμενων, την γνώση του παρελθόντος. Οι οργανισμοί που έχουμε στην Ελλάδα θεωρώ ότι δεν ανταποκρίνονται πάντα σωστά σε αυτό που πρέπει να γίνει. Έτσι το εισπράττω εγώ. Είναι υποκειμενικό το ζήτημα. Επειδή όμως όλοι οι θεσμοί είναι κοινωνικά εργαλεία και το κοινωνικό εργαλείο οφείλει να αποδίδει στην κοινωνία, διότι η κοινωνία είναι αυτή που του δημιουργεί τις προϋποθέσεις υπάρξεως, εντοπίζω εκεί ένα κενό. Εν κατακλείδι, εάν ο κάθε οργανισμός έκανε αυτό που έπρεπε να κάνει για το αντικείμενο στο οποίο είναι αρμόδιος, τότε τα πράγματα σαφώς θα ήταν διαφορετικά.

Viron Videtzis2

Γ.Ε.:Πρόκειται για ένα είδος μουσικής, το οποίο είναι άγνωστο στο ευρύ κοινό. Ωστόσο, παρά το γεγονός αυτό και παρά το χρονικό κενό που υπάρχει από την εποχή της σύνθεσής τους, προχωρήσατε στην μελέτη και στην παρουσίασή τους. Ποια η αντίδραση του κοινού απέναντι στα έργα αυτά; Σας απασχόλησε το θέμα της αποδοχής τους;

Β.Φ.: Φυσικά και με απασχόλησε το θέμα της αποδοχής τους. Yπάρχουν δύο ζητήματα. Το ένα είναι η αποδοχή αυτής της μουσικής, όπως αναφέρατε κι εσείς και το άλλο είναι η σχέση ευρύτερα του κοινού με αυτό που ονομάζουμε κλασική μουσική. Η αντίδραση του κοινού φυσικά έχει αλλάξει, διότι έχει αλλάξει και ο τρόπος ζωής. Η αλήθεια είναι ότι στην Ελλάδα υπάρχει ένα πρόβλημα κοινού και αυτό το έχω διαπιστώσει από τα χρόνια της εμπειρίας μου ως μαέστρος και διευθυντής της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών. Το πρόβλημα αυτό δεν αφορά μόνο στην ελληνική μουσική που είναι και μία ίσως ειδική περίπτωση, αλλά αφορά εν γένει την μουσική τέχνη. Το να έρθει κάποιος δημοφιλής καλλιτέχνης και να γεμίσει μία αίθουσα με άτομα, τα οποία όπως αντιλαμβάνεστε ήρθαν για το πριν της συναυλίας και για το αμέσως μετά, αυτό δεν θεωρείται κοινό. Είναι απλώς άνθρωποι, οι οποίοι θέλουν να δείξουν ότι πήγαν σε ένα κοσμικό γεγονός. Έχουμε πραγματικά ανάγκη από ένα ενεργητικό κοινό. Από ένα κοινό, το οποίο θα ενδιαφέρεται ουσιαστικά για την τέχνη.

Δεν μπορώ να πω ότι είμαι ικανοποιημένος από την κατάσταση που επικρατεί. Οπωσδήποτε χρήζει βελτίωσης, ωστόσο ας ελπίζουμε ότι θα βρεθεί η λύση στο πρόβλημα αυτό, το οποίο πλέον δεν είναι καλλιτεχνικό, αλλά κοινωνικό κι έγκειται στην βαθύτερη καλλιέργεια του κόσμου, στην ουσιαστική καλλιέργεια. Αυτό ξεκινά από πολύ νωρίς. Πολλοί που διδάσκουν στα σχολεία για παράδειγμα είναι μουσικά αδαείς. Πολλά από τα προγράμματα της ελληνικής τηλεόρασης επίσης απευθύνονται σε ένα πολύ χαμηλό επίπεδο. Αυτό είναι τραγικό. Πώς περιμένουμε λοιπόν το άτομο αυτό να διαβάσει απαιτητική λογοτεχνία, να ακούσει απαιτητική μουσική, να πάει σε μία έκθεση ζωγραφικής; Επομένως, είναι τρόπος ζωής. Αναμφισβήτητα λοιπόν οφείλουμε να προβληματιστούμε με την κατάσταση αυτή και φυσικά πρέπει και η πολιτική ηγεσία να προβληματιστεί. Ευελπιστώ ότι με την συμβολή όλων μας τα πράγματα θα βελτιωθούν.

Γ.Ε.: Ο συνθέτης θεωρείτε ότι αποτελεί μία τραγική μορφή; Δεδομένου ότι αντλεί ζωή μέσα από το έργο του, το οποίο είναι ζωντανό μόνο αν ερμηνευτεί. Αν δεν ερμηνευτεί, δεν αποκτά ζωή και επομένως δεν αποκτά ζωή και ο δημιουργός του;

Β.Φ.: Υπάρχουν πολλές διακυμάνσεις και υπάρχουν και πολλά σκαλιά στην κλίμακα για να χαρακτηρίσουμε κάποιον τραγικό. Τραγικό είναι το αντικειμενικό γεγονός ότι συνθέτες όπως ο Σκαλκώτας, όπως ο Χρήστου, ακόμα και ο Σαμάρας ή ο Αξιώτης απεβίωσαν σε νεαρή ηλικία και σε κρίσιμες στιγμές. Αυτό σίγουρα είναι αντικειμενικά τραγικό. Για να έρθω στην ερώτησή σας η υπόθεση του να παίζεται ένα έργο είναι σαφώς πολύ σημαντική.

Ωστόσο, πιστεύω ότι ο συνθέτης αισθάνεται πλήρης από ζωή τη στιγμή που γράφει το έργο. Φυσικά και θέλει να το ακούσει και να επικοινωνήσει με το κοινό, διότι έτσι ολοκληρώνεται. Το πρώτιστο όμως νομίζω ότι είναι η ανάγκη του για δημιουργία.

Ανάγκη ημών των υπολοίπων μουσικών, των αναδημιουργών είναι να παίζουμε τα έργα και βεβαίως σε αυτό το σημείο θα επανέλθω στην έννοια του δημιουργικού κοινού καθότι χρήζει σημασίας. Εννοώ δηλαδή το κοινό, το οποίο θα παρακολουθήσει τη συναυλία, θα χειροκροτήσει ή θα αποδοκιμάσει, αλλά δεν είναι παθητικό. Είναι ένα κοινό, το οποίο με τον τρόπο του συμμετέχει κι έτσι βοηθά τον κάθε καλλιτέχνη να σκεφτεί, να αναλογιστεί, να ανασυγκροτηθεί. Άλλωστε, μην ξεχνάμε ότι ο συνθέτης, ο δημιουργός, όπως και ο κάθε καλλιτέχνης είναι μέλη της κοινωνίας.

Γ.Ε. Ποια η σχέση κοινού και καλλιτέχνη; Θεωρείτε ότι υπάρχει απόσταση μεταξύ τους; Ο καλλιτέχνης μπορεί να αφουγκραστεί το κοινό; Το κοινό μπορεί να καταλάβει τον καλλιτέχνη;

Β.Φ.: Το θέμα της απόστασης θα έλεγα είναι λίγο μυθοπλασία. Υπάρχει η ρομαντική αντίληψη ότι ο καλλιτέχνης δεν είναι του κόσμου τούτου, αλλά αποτελεί μία διαφορετική μορφή. Δεν ισχύει όμως αυτό. Ο καλλιτέχνης ζει μέσα στην κοινωνία. Μπορεί ενδεχομένως να έχει έναν διαφορετικό ψυχισμό, αλλά αυτό μπορεί να το έχει κι ένας επιστήμονας. Όσον αφορά στην επαφή του κοινού με τον καλλιτέχνη, θα έλεγα ότι εξαρτάται από την κάθε περίπτωση και περίσταση.

Viron Videtzis7

Γ.Ε.: Ως αρχιμουσικός έχετε συνεργαστεί με σημαντικές ορχήστρες της Ελλάδας, αλλά και του εξωτερικού. Ποια πιστεύετε ότι είναι η διαφορά μεταξύ ενός καλού μαέστρου κι ενός χαρισματικού μαέστρου;

B.Φ.: O χαρισματικός μαέστρος είναι αυτός που θα καταφέρει να δημιουργήσει στον μουσικό, αλλά και στον ακροατή την αίσθηση του γεγονότος. Να τον κάνει να αντιληφθεί ότι βίωσε ένα γεγονός, ότι εισέπραξε ένα έργο κατά έναν μοναδικό τρόπο. Από την άλλη, ο καλός μαέστρος είναι εκείνος ο οποίος το μουσικό έργο δεν θα το προδώσει, αλλά θα προσπαθήσει να συνταιριάσει την προσωπική του αισθητική άποψη με την καταγεγραμμένη βούληση του συνθέτη. Αυτό ισχύει για τον μαέστρο, όπως ισχύει και για τον μουσικό, ο οποίος αφενός πρέπει να εκφραστεί ως καλλιτέχνης, αφετέρου οφείλει να σεβαστεί το μουσικό κείμενο. Ωστόσο, μετά από 50 χρόνια εμπειρίας θεωρώ ότι πρέπει να υπάρχει μία μέση οδός. Η πιστότητα πρέπει να υπάρχει, αλλά όταν ακούμε ένα έργο να παίζεται σε όλες τις εκτελέσεις με τον ίδιον τρόπο αυτό κάπως μηχανοποιείται. Εκεί πρέπει λοιπόν να συνδυάσει κανείς την προσωπική στιγμή της εκτέλεσης με την προηγηθείσα σκέψη κι εκτίμηση της έννοιας της πιστότητας στο κείμενο του συνθέτη. Οπωσδήποτε δεν είναι απλό.

Γ.Ε.: Ζούμε δύσκολες καταστάσεις (κορωνοϊός, πόλεμος στην Ουκρανία, ακρίβεια). Ποια πιστεύετε ότι είναι η θέση της τέχνης σε αυτή την δύσκολη περίοδο, αλλά και σε κάθε δύσκολη περίοδο;

B.Φ.: Πάντα βοηθούσε η τέχνη. Για εμένα η τέχνη είναι ένα στήριγμα, είναι ένα αποκούμπι. Είναι μία αξία που σχηματίστηκε εντός μου μέσα από χρόνια μελέτης και αυτό είναι μεγάλη ασφάλεια. Η μεγάλη τέχνη δεν σε προδίδει ποτέ.

Γ.Ε.: Πιστεύετε ότι η τέχνη θα μπορούσε να αποτελέσει μέσο διαφυγής από τα καθημερινά προβλήματα που ταλανίζουν πνευματικά, αλλά και σωματικά τον άνθρωπο;

B.Φ.: Δεν θα την χαρακτήριζα μέσο διαφυγής, διότι μου φαίνεται ότι έχει μία αρνητική χροιά αυτή η λέξη.

Θα έλεγα ότι η τέχνη είναι ένα στήριγμα, όπως ανέφερα και προηγουμένως. Υπάρχουν ορισμένα ανθρώπινα επιτεύγματα, τα οποία κάνουν τον άνθρωπο αυτό που κατά βάθος επιθυμεί να είναι, να είναι Άνθρωπος.

Γ.Ε.:Για εσάς τι είναι αυτό που δίνει διάρκεια στην τέχνη;

B.Φ.: Η ερώτηση αυτή συνδέεται άμεσα με την προηγούμενη απάντηση. Η τέχνη είναι ένα ανθρώπινο δημιούργημα, στο οποίο στηρίζεσαι σαν άνθρωπος και κατά τη γνώμη μου το γεγονός αυτό είναι εκείνο που της δίνει διάρκεια.

Viron Videtzis4

Γ.Ε.:Πιστεύετε ότι η μουσική και εν γένει η τέχνη μας οδηγεί στην ευτυχία; Για εσάς τι είναι η ευτυχία;

B.Φ.: Κάπου στο Άξιον Εστί λέει ο Ελύτης ''Καὶ θά `χει καθένας τὰ λίγα γραμμάρια τῆς εὐτυχίας''.

Ανάλογα με τον δρόμο που επιλέγει να πάρει ο κάθε άνθρωπος και ανάλογα με τις δυνατότητες που του προσφέρονται, ευτυχία είναι να καταφέρει να πραγματώσει κάποια από αυτά που ονειρεύτηκε. Ευτυχία είναι όταν πετυχαίνουμε κάτι για το οποίο αγωνιζόμαστε χρόνια. Ευτυχία είναι όταν βλέπω τον εγγονό μου να μεγαλώνει. Αυτό δεν είναι διόλου απλό, διότι ό,τι δημιουργούμε έχει σχέση με την συνέχεια. Εάν εγώ κάνω κάτι και δεν υπάρχει συνέχεια, ποιο είναι τότε το νόημα;

Γ.Ε.:Πιστεύετε ότι αν γνωρίζαμε πότε θα φύγουμε από τη ζωή, θα είχαμε τη διάθεση να δημιουργήσουμε; Θα γινόμασταν ίσως πιο ανθρώπινοι;

B.Φ.: Ίσως να την νιώθαμε αυτή τη διάθεση σε μεγαλύτερο βαθμό. Το αν θα γινόμασταν πιο ανθρώπινοι δεν μπορώ να το απαντήσω. Είναι υποθετικό

Αυτό που μπορώ να πω είναι ότι η μόνη αλήθεια που υπάρχει είναι ότι θα πεθάνουμε. Από την άλλη, όπως έλεγε ο Επίκουρος, αν δεν απατώμαι ''δεν με ενδιαφέρει, διότι όταν ζω δεν έχω πεθάνει κι αν πεθάνω δεν με ενδιαφέρει τίποτα''. Εν τέλει, έγκειται στον καθένα πώς βλέπει το ζήτημα αυτό. Θα ολοκληρώσω την απάντησή μου με ένα ωραίο ρητό που μου είχε στείλει ο φίλος μου ο συνθέτης Χρήστος Σαμαράς: ''Εργάσου ως αθάνατος και σκέψου ως θνητός''.

Γ.Ε.:Από την μέχρι τώρα μακρόχρονη πορεία σας στον μουσικό χώρο, υπάρχει κάποια στιγμή, κάποιο γεγονός, κάποιο συναίσθημα που έχει μείνει ανεξίτηλο στην μνήμη σας;

B.Φ.: Πολλά γεγονότα φυσικά. Αλλά πολύ σημαντική για εμένα ήταν η πρώτη μου εμφάνιση με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, υπό τη διεύθυνση του Ανδρέα Παρίδη στις 10 Μαϊου 1971.

Γ.Ε.: Κ. Φιδετζή σας ευχαριστούμε θερμά για αυτή την υπέροχη συνέντευξη καθώς και για την τεράστια και αξιέπαινη προσφορά σας στον ελληνικό μας πολιτισμό.

B.Φ.: Και εγώ σας ευχαριστώ πολύ, καλή επιτυχία στο έργο σας.


Το Radio Art έχει αδειοδοτηθεί  από τους Ελληνικούς οργανισμούς διαχείρισης δικαιωμάτων | Autodia | EDEM Rights
Copyright © Radio Art | All rights reserved.