Μικρή εισαγωγή στην νεοελληνική ποίηση


Κείμενο: Μάνος Τασάκος
01 Αυγούστου 2023

Όμως, εάν σε τούτη την ζωή σας ενδιαφέρει κάτι παραπάνω από τις λίρες και την καλοπέραση, ετούτος ο ποιητικός δρόμος γίνεται πλέον μονόδρομος. Εκεί θα εύρετε τις καλύτερες απαντήσεις στα προαιώνια ερωτήματα που θέτει η ανθρωπότητα για αιώνες ολόκληρους. Και, το κυριότερο, εκεί υπάρχει η πιθανότητα, (η πολύ ισχυρή πιθανότητα), να ηρεμήσουν οι αγωνίες της ψυχής σας, να αποδεχθείτε πολύ ευκολότερα το πεπερασμένο της ανθρώπινης ύπαρξης και, το σημαντικότερο, να ορθώσει ψηλό ανάστημα η συνείδησή σας απέναντι σε όλα τα σκότεινα και ανάποδα ετούτου του παράλογου κόσμου. Και όπως έγραφα και σε κάποιο άλλο κείμενο, όλο ετούτο το μίγμα που προσφέρει η ποίηση δεν είναι λίγο, είναι πολύ.                                                             Μάνος Τασάκος 

Ας το διευκρινίσουμε από την αρχή - το κείμενο αυτό δεν είναι μία ακαδημαϊκή ή ακόμη και φιλολογική εργασία. Παρά το ότι η, πράγματι ενδιαφέρουσα σήμερα, νεοελληνική ποίηση δεν μετρά πάνω από δύο αιώνες, μία σχολαστική μελέτη θα έπρεπε να συμπεριλάβει τουλάχιστον κείμενα τής Βυζαντινής περιόδου και των προεπαναστατικών χρόνων, φυσικά και το δημοτικό τραγούδι. Όμως εκείνο που μάς ενδιαφέρει σήμερα, είναι να δώσουμε μία πρώτη, (και οπωσδήποτε εξόχως περιληπτική), απάντηση στο εξαιρετικά συχνό ερώτημα – «Πώς μπορώ να προσεγγίσω για πρώτη φορά την νεοελληνική ποίηση;». Και βεβαίως όποιος κάμει μία παρόμοια ερώτηση δεν είναι δυνατόν να ξεκινήσει το ταξίδι του στον στίχο με τον Φαλιέρο, τον Μπεργαδή ή τον Σκλάβο, τον Ρήγα Φεραίο, τον Κονταράτο, μήτε καν με τον Ερωτόκριτο ή τον Διγενή Ακρίτα. Όλα τούτα τα στιχουργήματα, τα θεατρικά και τα πεζά έχουν οπωσδήποτε την αξία τους, αλλά απέχουν κατά πολύ από τον σημερινό προβληματισμό και είναι κατάλληλα μοναχά από εκείνους που έχουν γερή ποιητική, φιλολογική και, ευρύτερα, λογοτεχνική παιδεία.

Με αυτήν την έννοια, το σημερινό κείμενο θα μπορούσε να έχει τον τίτλο «Η πρώτη γνωριμία με την νεοελληνική ποίηση», ένας οδηγός μελέτης στην ουσία, που περιλαμβάνει τα καλύτερα και αξιότερα ποιήματα στην νεοελληνική γραμματεία. Προς τούτο, (και καθώς το κείμενο απευθύνεται κυρίως προς εκείνους που δεν είχαν έως τα σήμερα επαφή με στίχους), κάτω από τα ονόματα των ποιητών που αναφέρονται, υπάρχουν και κάποιες πρώτες προτάσεις για ανάγνωση των καλύτερων έργων τους. Τα περισσότερα από τα ποιήματα που προτείνονται ανήκουν σε ποιητικές συλλογές που δεν αναφέρονται, αλλά σήμερα με την ευκολία τού διαδικτύου εύκολα μπορείτε να τις ανακαλύψετε. Τέλος, προκειμένου όλο αυτό να γενεί προσιτό και στον τελευταίο αναγνώστη, θα αποφύγουμε την φιλολογική ορολογία, τουλάχιστον όσο αυτό είναι δυνατόν.

Η αφετηρία

Eisagogi poiisis1 Solomos

Εικόνα 1. Διονύσιος Σολωμός, ο γεννήτορας στην ουσία τής νεοελληνικής ποίησης, Ποιητικά κείμενα πριν από αυτόν υπάρχουν αρκετά, αλλά δεν συγκροτούν ενιαίο ποιητικό σώμα, ενώ το περιεχόμενό τους δεν προσεγγίζεται εύκολα από το σημερινό αναγνωστικό κοινό.

Θα ακολουθήσουμε λοιπόν την πεπατημένη και θα τοποθετήσουμε την αφετηρία τής νεοελληνικής ποίησης στην Επτανησιακή σχολή και σε μικρότερο βαθμό στην Αθηναϊκή σχολή. Τι σημαίνουν όλα τούτα σε απλά Ελληνικά; Για τα Επτάνησα η απάντηση είναι εύκολη και μάλλον γνωστή, Σολωμός και Κάλβος στέκονται με διαφορά στις πρώτες θέσεις, χωρίς να υποτιμάται ένας Λασκαράτος, ένας Βαλαωρίτης και πολλοί ακόμη κυρίως «Σολωμικοί» ποιητές. Την ίδια περίπου περίοδο μετά την επανάσταση, στην πρώτη Αθηναϊκή σχολή έχουμε τον Σούτσο, τον Ραγκαβή, αργότερα ο Βιζυηνός, ο Παράσχος, ο Προβελλέγγιος. Ας σταθούμε για λίγο στην περίοδο αυτή.
Είναι φυσικό ότι η θεματολογία αυτής τής περιόδου κινείται γύρω από την επανάσταση, τον προσωπικό ηρωισμό, τις εθνικές καταστροφές, τις μάχες και γενικότερα την απελευθέρωση τής χώρας. Ο πολύχρονος αγώνας δεν αφήνει περιθώρια για ενδοσκοπήσεις, (παρά το ότι στον Κάλβο και σε κάποια Σολωμικά υπάρχουν παρόμοιες απόπειρες) και φυσικά ούτε λόγος για αμιγώς υπαρξιακή ποίηση. Πέρα από την επανάσταση, υπάρχει, (κυρίως στην πρώτη Αθηναϊκή Σχολή), πολλή φύση, πολύς στόμφος, εξεζητημένη μελαγχολία και πολλές φορές στίχος κενός περιεχομένου.

Για εκείνους λοιπόν που αναζητούν τους αξιότερους εκπροσώπους τής περιόδου, η ανάγνωση τού Σολωμού είναι μονόδρομος. Θα έλεγε κανείς, όχι τόσο για το περιεχόμενο, (αν και αυτό πολύ αξιόλογο), όσο για την μαστοριά τού στίχου, την πλαστικότητά του και την εξαιρετικά επιτυχημένη χρήση τής ομοιοκαταληξίας, παρά το ότι τα Ελληνικά τού Σολωμού δεν ήσαν από τα καλύτερα. Υπάρχει όμως εδώ δημοτική σχετικά στρωτή, (οπωσδήποτε με προσμίξεις), εσώτερος ρυθμός, υπάρχει γνήσιο συναίσθημα και γενικότερα εξαιρετικές ποιητικές στιγμές, (όπως το ποίημα για την καταστροφή των Ψαρών). Ιδίως για όποιον θέλει να ξεκινήσει να γράφει ποίηση, η ανάγνωση τού Σολωμού είναι προαπαιτούμενο. Τα γράφω όσο πιο απλά μπορώ, δεν είναι τής ώρας να μπλεχτούμε με την μετρική τού στίχου, την καλολογία του ή ακόμη και τα αδύναμα σημεία στον Σολωμό.

(Ο Κρητικός, Ο Λάμπρος, οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι και ο Πόρφυρας είναι τα αρτιότερα έργα τού Σολωμού, οπωσδήποτε Η καταστροφή των Ψαρών, Η νεκρική ωδή (α και β), Το κοιμητήριο και βεβαίως κάποιοι στίχοι από τον Ύμνον εις την Ελευθερία. Αυτός ο τελευταίος είναι, αν θυμάμαι καλά τον αριθμό, ένα θηριώδες έργο 158 στροφών με μεγάλες ανισότητες σε τεχνική και περιεχόμενο. Τα περισσότερα έργα τού Σολωμού είναι ανολοκλήρωτα, κάτι που γέννησε πολλές αντιμαχίες ανάμεσα σε φιλολόγους και κριτικούς. Πάντως, εάν αποφασίσετε την αγορά των Απάντων τού Σολωμού, φροντίστε η έκδοση να περιλαμβάνει οπωσδήποτε τα προλεγόμενα τού Ιάκωβου Πολυλά, που, παρά την θετική προκατάληψή τους, συγκροτούν μια από τις καλύτερες κριτικές παρουσιάσεις τού Σολωμικού έργου. )

Με τον Κάλβο έχουμε φυσικά ένα πρόβλημα. Ο ανόητος εμφύλιος για την γλώσσα, έχει αποκόψει τουλάχιστον τις τέσσερις τελευταίες γενεές από την απλή καθαρεύουσα, πόσο μάλλον από την βαριά, (πολλές φορές αρχαίζουσα) γλώσσα τού Κάλβου. Παρά ταύτα θα πρότεινα να μην απογοητευθείτε και να επιμείνετε στην ανάγνωσή του. Πρόκειται για έναν ιδιαίτερο ποιητή, που πολεμήθηκε πολύ από την ελληνική πλευρά και κυρίως τους ομοτέχνους του, εκείνο που μάς παραδίδεται είναι ότι ακόμη και η συμπεριφορά τού Σολωμού είναι εξαιρετικά ψυχρή απέναντί του. Απόδειξη αυτού, ότι ο Κάλβος παραμένει σχεδόν άγνωστος στο ελληνικό κοινό, τουλάχιστον έως το 1889 που ο Παλαμάς τον βγάζει από την αφάνεια με ομιλία του που δημοσιεύεται στο περιοδικό Εστία. Έχει προηγηθεί ο Δημήτρης Βικέλας μόλις ένα χρόνο πριν, αλλά η επιρροή τού Παλαμά αγκαλιάζει ένα κατά πολύ ευρύτερο κοινό. Οπωσδήποτε η προσέγγιση στο (μικρό) έργο τού Κάλβου αξίζει, ακόμη και εάν κάποιες φορές η καθοδήγηση από ένα λεξικό είναι απαραίτητη.(Από Κάλβο μην παραλείψετε τα ποιήματα Ο Φιλόπατρις, Εις τον Ιερόν Λόχον, , το εξαιρετικό Εις Θάνατον, Εις Ελευθερίαν.)

Η τομή τού Παλαμά

Eisagogi poiisis2 Palamas

Εικόνα 2. Χρωστάμε πολλά στον Κωστή Παλαμά. Δεν είναι μοναχά η εξαιρετική δημοτική γλώσσα του ή το ότι "κατέβασε" την ποίηση στην καθημερινότητα. Είναι οπωσδήποτε και οι τολμηροί, σχεδόν αναρχικοί στίχοι του, που όμως δυστυχώς παραμένουν άγνωστοι στο κοινό.

Η πρώτη μεγάλη τομή στην νεοελληνική ποίηση έρχεται με την εμφάνιση τού Κωστή Παλαμά. Η ποίηση για πρώτη φορά κατεβαίνει από τα σύννεφα και ασχολείται με την καθημερινή ζωή, τις ανθρώπινες αγωνίες και τα υπαρξιακά προβλήματα. Ο Παλαμάς βεβαίως είναι ένα μεταίχμιο και δια τούτο από το έργο του δεν λείπουν ο στόμφος, η μεγαλοστομία και τα αντιφατικά μηνύματα. Η θεματική του καλύπτει μία τεράστια γκάμα, από την ελληνική επανάσταση έως τον Δωδεκάλογο τού γύφτου υπάρχει μία εξαιρετική ποικιλία περιεχομένου και νοήματος, ο Παλαμᾶς ομοιάζει με μία τεράστια πιατέλα γεμάτη από στίχους, από όπου ο καθείς επιλέγει με βάση τα δικά του κριτήρια, μέχρι και ποίημα για τα ανατολίτικα τραγούδια έχει γράψει.

Αυτή η χαοτική ποιητική συνετέλεσε και στην «εκπαιδευτική εκμετάλλευση» τού Παλαμικού έργου, μόνο που στα σχολειά πέρασαν τα πιο ανώδυνα και τα πιο εθνικοπατριωτικά ποιήματά του. Αυτό με την σειρά του είχε ως αποτέλεσμα ο Παλαμάς γρήγορα να μετατραπεί σε μία φωνή ανώδυνη, αναχρονιστική και βαρετή τις περισσότερες φορές. Άδικο. Γιατί ο Παλαμάς έχει γράψει εξαιρετικούς στίχους, γεμάτους από αμφισβήτηση, προβληματισμό, νοηματικό βάθος, ακόμη και διάθεση αναρχική. Πολυγραφότατος βεβαίως, αλλά με αυτόν τον τρόπο πλούτισε εξαιρετικά την νεοελληνική γραμματεία και ως γέφυρα ανάμεσα σε δύο εποχές βοήθησε ώστε η ποίηση να γενεί βαθύτερη και πνευματικότερη. Άξια μνείας είναι και η Παλαμική γλώσσα που εκμεταλλεύεται όλο τον πλούτο τής δημοτικής και αναδίδει μία θερμότητα άγνωστη έως τα τότε σε προηγούμενους ποιητές.

(Το έργο τού Παλαμά είναι τεράστιο και γι’ αυτό σχεδόν αδύνατο να παρουσιάσουμε εδώ τις καλύτερες στιγμές του. Εντελώς ενδεικτικά θα αναφέρουμε το ξωκκλήσι, Εις το νησί τής Κλείσοβας, Ανατολή, Μια πίκρα, Το τραγούδι τού τρελλού, Πάει το ταξίδι, φτάσαμε, Το σπίτι που γεννήθηκα, Αγάπα και ξεφάντωνε, Σβησμένες όλες οι φωτιές, [εξαιρετικό το πρώτο μέρος], Παιδί το περιβόλι μου και οπωσδήποτε ο Δωδεκάλογος τού Γύφτου. Στα περισσότερα από τα ποιήματα αυτά και ιδιαίτερα στον Δωδεκάλογο, θα διαπιστώσετε ότι ο «σχολικός» Παλαμάς δεν έχει καμία σχέση με τα αξιότερα και πιο τολμηρά ποιήματά του.)

Καβάφης, Καρυωτάκης και γενεά τού 20

Eisagogi poiisis3 Karyotakis

Εικόνα 3. Η μεγάλη τομή και το μεγάλο άλμα στην νεοελληνική ποίηση. Κορυφαίος, επαναστατικός και ίσως ο μόνος που αντιλήφθηκε γρήγορα την ρίζα τού κακού, τον νεοελληνικό μικροαστισμό.

Εάν με τον Παλαμά η νεοελληνική ποίηση μεστώνει και ξεκινά να δίνει μηνύματα διαχρονικά και πανανθρώπινα, με τον Καρυωτάκη ο στίχος απομακρύνεται οριστικά από το επιτηδευμένο, το μελό και το γλυκανάλατο και αποκτά μία δύναμη μοναδική, θα μπορούσε να πει κανείς ανεπανάληπτη ως τα σήμερα. Θα χρειαστεί να σταθούμε λίγο παραπάνω και στο σημείο αυτό.
Η γενεά τού 20, (οπού ο Καρυωτάκης ηγείται και με διαφορά μεγάλη), είναι η πλέον υποτιμημένη και ίσως η πλέον αδικημένη στην Ιστορία τής νεοελληνικής ποίησης. Κατ’ αρχάς χτυπήθηκε ανελέητα από την ίδια την πραγματικότητα. Φυματίωση, αρρώστιες κάθε λογής, αυτοκτονίες, φτώχεια, ανέχεια και ό,τι άλλο δυστυχές μπορεί να φανταστεί κανείς, σχεδόν την αποδεκάτισαν. Αλλά και χωρίς όλα τούτα, η ίδια η εποχή αποπνέει μιζέρια, παρακμή, δυστυχία, χαρακτηριστικά που εντείνονται με την μικρασιατική καταστροφή. Μην γελιέστε και μην πιστεύετε στον μύθο και στο ψέμα που κτίστηκε για τον Καρυωτάκη, δεν ήταν ο ίδιος απαισιόδοξος ποιητής, μήτε υπήρχε κάποιο γονίδιο που τον οδήγησε στην αυτοχειρία. Ήταν η πραγματικότητα μαύρη και σκότεινη, ήταν το περιβάλλον αποκρουστικό, ήταν η μικροαστική ηθική που ξεκινούσε τότε δυναμικά να εδραιώνεται στην χώρα.

Ο Καρυωτάκης αποτελεί την δεύτερη μεγάλη τομή στην νεοελληνική ποίηση και αλλάζει δια παντός την ποιητική γλώσσα και την ποιητική θεματική. Έξοχα το αποτυπώνει ο Τέλλος Άγρας στην καλύτερη έως και σήμερα κριτική τού Καρυωτάκη, «…ο Καρυωτάκης μάς εξεπέρασε όλους αμέσως και εξακολουθητικά…». Στην πραγματικότητα αποτελεί ένα μοναδικό ορόσημα στην ποιητική ιστορία, καθώς δεν υπάρχει μεταγενέστερος ποιητής, (τη εξαιρέσει ίσως τού Ελύτη), που να μην επηρεάστηκε από τον Καρυωτάκη – Ρίτσος, Βρεττάκος, Σεφέρης και εκατοντάδες ακόμη ακολουθούν τα βήματά του, ιδιαίτερα στις πρώτες τους ποιητικές συλλογές.

Ο Καρυωτάκης όμως και η γενεά του χτυπήθηκαν με μανία και από το ίδιο το λογοτεχνικό συνάφι. Δεν τον ήθελε και δεν τον στήριξε κανείς, οι εξαιρέσεις ήσαν ελάχιστες. Η Αριστερά τής εποχής τον θεωρούσε ηττοπαθή και παρακμιακό, οι μεγαλοαστοί κριτικοί, (όπως για παράδειγμα ο Δημαράς), αμφισβήτησαν έως και την ποιητική του υπόσταση, ενώ η επερχόμενη και σε απόσταση αναπνοής γενεά τού 30 τον εξόρισε παντί τρόπω από την ποιητική ιστορία. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι, ενώ ο Θεοτοκάς εκδίδει το «Ελεύθερο Πνεύμα», (ένα κάκιστο και άστοχο κείμενο από κάθε πλευρά), το 1929, δεν αφιερώνει στον Καρυωτάκη μήτε μία αράδα, την ώρα που η αυτοκτονία του έγινε μόλις πριν από έναν χρόνο, το 1928. Αποσυνάγωγος λοιπόν ο Καρυωτάκης τότε, μα και σήμερα η μοίρα του δεν είναι καλύτερη. Η κριτική του κατά τού μικροαστισμού και τής ασημαντότητας δεν συγχωρείται από τους πολλούς. Παρά ταύτα, εκατό χρόνια μετά, παραμένει επίκαιρος, διαχρονικός και κυρίως επαναστατικός.

Eisagogi poiisis4 Kavafis

Εικόνα 4. Κωνσταντίνος Π. Καβάφης, μία κατηγορία από μόνος του, η ποιητική του θα μπορούσε να καλύψει το αντικείμενο μίας πανεπιστημιακής έδρας. Ακόμη και σήμερα παρεξηγημένος και παραποιημένος από πολλούς.

Λίγα χρόνια πριν από την αυτοκτονία τού Καρυωτάκη, στις αρχές τής δεκαετίας τού 20, αρχίζει να γίνεται γνωστός στην Αθήνα και, η άλλη μεγάλη τομή στην ποιητική Ιστορία, ο Κωνσταντίνος Π. Καβάφης. Όπως συνέβη και με τον Καρυωτάκη, η υποδοχή του ήταν στην καλύτερη περίπτωση χλιαρή και στην χειρότερη εντελώς εχθρική. Η εχθρότητα είναι το μοναδικό χαρακτηριστικό που μοιράζεται με τον Καρυωτάκη, γιατί κατά τα λοιπά η ποίησή του έρχεται από εντελώς διαφορετικούς δρόμους και χρησιμοποιεί τελείως διαφορετικά εκφραστικά μέσα. Ολιγογράφος και υπερβολικά σχολαστικός, θα δώσει μόλις 154 ποιήματα, αλλά τα περισσότερα από αυτά είναι εξαιρετικά. Θα μπορούσε βεβαίως να πει κανείς ότι με τον Καρυωτάκη έχουν ακόμη ένα κοινό – και οι δύο «διδάσκουν» το πώς πρέπει να συμπεριφέρεται μία αλύγιστη συνείδηση.

Λιτός και δωρικός ο Καρυωτάκης, θεατρικός και ιωνικός ο Καβάφης, αλλά νοηματικά καταλήγουν στο ίδιο συμπέρασμα, να ζεις και να πεθαίνεις με την συνείδησή σου ορθή. Το ποιητικό, (σχεδόν στην ολότητά του Παλαμικό), κατεστημένο στην Ελλάδα αγνοεί τον Καβάφη και ο ίδιος ο Παλαμάς είναι απαξιωτικός για την ποίησή του. Κάποιοι λιγοστοί οσφραίνονται τις ποιότητές του, μα θα χρειαστεί να περάσουν χρόνια για την αναγνώρισή του, όχι μοναχά στον ελληνικό, μα και στον παγκόσμιο χώρο.

(Διαβάστε όλον τον Καρυωτάκη, διαβάστε και όλον τον Καβάφη. Κατ’ αρχάς τα ποιήματα και των δύο είναι σχετικά λίγα. Ακόμη όμως και τα πιο αδύναμα από αυτά έχουν την αξία τους. Για κάποιον που θέλει πράγματι να κατανοήσει την νεοελληνική ποίηση και να προσεγγίσει τους κορυφαίους εκπροσώπους της, η ανάγνωση τού όλου Καρυωτάκη και Καβάφη είναι προαπαιτούμενο.)

Ο απολησμονημένος Τάκης Παπατζώνης

Eisagogi poiisis5 Papatzonis

Εικόνα 5. Τάκης Παπατζώνης, ο πνευματικότερος των πνευματικών μας. Μοναδικό παράδειγμα κορυφαίου ποιητή που παραμένει στο περιθώριο και την λησμονιά για λόγους εξωλογοτεχνικούς.

Είναι φανερό ότι στην Ελλάδα οι εξαιρετικές ποιότητες εξορίζονται και πολεμώνται. Χαρακτηριστική η περίπτωση τού Τάκη Παπατζώνη. Είναι από τους πρώτους που γράφει σε δημοτική γλώσσα, (από την δεκαετία τού 20 ακόμη), μα οι περισσότεροι τον αγνοούν και δίδουν τα εύσημα στον Σεφέρη. Ζει πολύ περισσότερο και από Καρυωτάκη και από Καβάφη, γράφει ποιήματα με μία βαθιά πνευματικότητα, κάποια από αυτά θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν μικρά φιλοσοφικά δοκίμια, αλλά καμία γενεά δεν τον θέλει στους κόλπους της και κανένας κορυφαίος ποιητής δεν έχει την γενναιοψυχία να αναγνωρίσει την εξαιρετική ποιότητα τού έργου του.

Αντιθέτως, μία επικριτική κριτική τού Παπατζώνη για την Στροφή τού Σεφέρη, θα τον βάλει στο στόχαστρο τού Σεφερικού περιβάλλοντος, ενώ ο ίδιος ο ανασφαλής Σεφέρης δεν θα τού το συγχωρέσει ποτέ, ακόμη και όταν φαινομενικά οι σχέσεις τους μετά από χρόνια κάπως αποκαθίστανται. Ακόμη ένα άδικο στην Ιστορία τής νεοελληνικής ποίησης. Γιατί ο Παπατζώνης βρίσκεται στα ίδια, αν όχι και σπουδαιότερα επίπεδα με τους υπόλοιπους κορυφαίους ποιητές μας. Ακόμη και σήμερα που αναζητούμε με το φανάρι έναν καλό στίχο, ένα άξιο ποίημα, ο Παπατζώνης δεν διαβάζεται, δεν προβάλλεται, δεν γίνεται κατανοητός. Είναι αλήθεια πως η ποίησή του είναι δύσκολη. Κάποιος απαίδευτος ποιητικά, ας τον αφήσει τελευταίο στην ανάγνωση, η κατανόησή του απαιτεί μεγάλη εξοικείωση με την ποίηση, μα και την λογοτεχνία γενικότερα.

(Ο Παπατζώνης, [θα τον βρείτε τις περισσότερες φορές ως Παπατσώνη, ο ίδιος είχε εκμυστηρευτεί ότι προτιμούσε την γραφή με το «ζ»], έχει γράψει και ποιήματα περισσότερο προσιτά στον πρωτόβγαλτο αναγνώστη. Προτού λοιπόν προχωρήσετε στα πιο απαιτητικά, μην παραλείψετε στο ξεκίνημα τα ποιήματα Η παραγκούλα, Άσπρο ελληνικό ερημοκκλήσι, Κανένας δεν έμεινε αμέτοχος, το αριστουργηματικό Το νείκος τού Άδου και το επίσης αριστουργηματικό Τα εις Εμαυτόν.

Πάντως ο βαθύτερος Παπατζώνης κρύβεται στα υπόλοιπα δύσκολα ποιήματά του τα οποία θα προσεγγίσετε και θα αποκρυπτογραφήσετε σταδιακά. Τέλος ένας από τους μύθους που συνοδεύουν τον Παπατζώνη και οπωσδήποτε συνέβαλλαν στην απολησμονιά του, είναι πως πρόκειται για θρησκευτικό ποιητή, κριτική που αποτελεί ακριβώς αυτό, έναν μύθο. Απλώς, κατά τον ίδιο τρόπο που Καβάφης αντλούσε από την ιστορία και μετέπλαθε το υλικό του, με τον ίδιο τρόπο ο Παπατζώνης αντλεί από το πνεύμα τού Χριστιανισμού για να θέσει ή και για να απαντήσει σε αρχέγονα υπαρξιακά και φιλοσοφικά ερωτήματα.)

Αυτή η τριάδα, (Καρυωτάκης, Καβάφης και Παπατζώνης), είναι κορυφαία στην νεοελληνική ποίηση. Η αξία τους είναι τόση που δεν κατατάσσονται εύκολα, από τις λίστες τής κάθε γενεάς τα ονόματά τους συνήθως απουσιάζουν, δεν ξέρουν με τι κριτήρια να τούς κατατάξουν, δεν επιδέχονται συνάθροιση, δεν ομαδοποιούνται. Πρόκειται για τρεις μοναδικές περιπτώσεις που δυστυχώς, είτε δεν διδάσκονται στις φιλοσοφικές σχολές, είτε διδάσκονται με την ποίησή τους εντελώς παραποιημένη νοηματικά.

Η περιβόητη γενεά τού 30

Eisagogi poiisis6 Seferis

Εικόνα 6. Γιώργος Σεφέρης, ο άτυπος ηγήτορας τής γενεάς τού 30. Αρκετά εξαιρετικά ποιήματα, αλλά και κριτικές υπερβολές από Θεοτοκά, Καραντώνη, Κατσίμπαλη και πολλούς ακόμη τής "αυλής" του.

Για την γενεά τού 30 που ακολουθεί έχουν γραφτεί πολλά και έχουν παραποιηθεί ακόμη περισσότερα. Ουδείς βεβαίως μπορεί να αμφισβητήσει την αξία και τις ποιότητές της, παρά το ότι τα Νόμπελ και πολλοί κόλακες τής ποιητικής αυλής, συνετέλεσαν στην υπερβολή και στην υπερτίμηση. Σεφέρης, Ρίτσος, Βρεττάκος και Ελύτης βρίσκονται οπωσδήποτε στις κορυφές αυτής τής γενεάς. Μεγάλη και η μυθολογία που τους ακολουθεί. Για τον Σεφέρη μάς έχουν πείσει ότι βρίσκεται στους αντίποδες τού Καρυωτάκη με μια συγκρατημένη αισιοδοξία, τίποτα αναληθέστερο τούτου, ο Σεφέρης στα καλύτερα ποιήματά του είναι θεοσκότεινος, πολύ πιο σκοτεινός από τον Καρυωτάκη.

Προσπάθησαν να κατατάξουν τον Ελύτη στους υπερρεαλιστές, όμως τα καλύτερα ποιήματά του απέχουν πολύ από το συγκεκριμένο ρεύμα. Σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο, η γενεά τού 30 στάθηκε μία ηχηρή απάντηση και μία εκτροπή από την αναρχία, την επαναστατικότητα και την αμφισβήτηση τής γενεάς τού 20. Παρά την μεγάλη της αξία και με ελάχιστες εξαιρέσεις, η γενεά τού 30 παρέμεινε συστημική, ευπρεπής, εντός ορίων, ουδέποτε έφτασε να αμφισβητήσει την ίδια την κοινωνική δομή, την ρίζα τού μικροαστισμού, την ανθρώπινη αδυναμία. Εξαίρεση αποτελούν κάποια ποιήματα τού Ρίτσου και ελάχιστα τού Σεφέρη, με κορυφαίο το «Θεατρίνοι, Μ.Α». Ο ριζοσπαστισμός που ξεκίνησε ορμητικά την δεκαετία τού 20, έσβησε μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα με μία ποίηση-απάντηση πολύ περισσότερο αποδεκτή από το ευρύτερο αναγνωστικό κοινό.

Eisagogi poiisis7 Ritsos

Εικόνα 7 Γιάννης Ρίτσος, μαζί με τον Παλαμά οι πλέον πολυγράφοι ποιητές μας, αλλά οπωσδήποτε κορυφαίος. Στα καλύτερα από τα ποιήματά του, η επιρροή από τον Καρυωτάκη είναι ευδιάκριτη.

Ο πόλεμος και ο εμφύλιος που ακολουθούν, θα λειτουργήσουν ως εξαιρετικές πυροδοτήσεις για να εμφανιστεί μία από τις σημαντικότερες γενεές στην νεοελληνική ποίηση, εκείνη τού μεταπολέμου και κυρίως εκείνη που χαρακτηρίστηκε ως η πρώτη μεταπολεμική γενεά. ΟΙ κτηνωδίες και η φρίκη τού πολέμου είναι ακόμη πολύ νωπές και ποιητές όπως ο Τάσος Λειβαδίτης και ο Τίτος Πατρίκιος στα πρώτα τους έργα, ασχολούνται σχεδόν αποκλειστικά με αυτές τις σκοτεινές εικόνες και εμπειρίες.

Η εποχή θα γεννήσει πολλούς αξιόλογους ποιητές πρώτης και δεύτερης γραμμής. Σταδιακά όλοι αυτοί θα ξεφύγουν από τις μνήμες τού πολέμου και θα στραφούν στην υπαρξιακή ποίηση με πολύ καλά αποτελέσματα. Έως και το τέλος περίπου τής δεκαετίας τού 60, οι μεταπολεμικοί ποιητές θα δώσουν έργο πυκνό, βαθύ νοηματικά και ιδιαίτερο εκφραστικά, παρά τις λίγες αντιγραφές στην τεχνική, οι περισσότεροι από αυτούς θα κατακτήσουν ύφος προσωπικό και αναγνωρίσιμο.

(Το έργο τής γενεάς τού 30 είναι τεράστιο και γι’ αυτό αδύνατον να ανθολογηθεί στο σύνολό του. Θα περιοριστώ σε κάποια πράγματι αριστουργηματικά. Από Ρίτσο, Το σπίτι μας, Όταν φτάνουμε στην άκρη τής σιωπής, Έλληνες καραγωγείς, Μόνος με τη δουλειά του, Ύστατος οβολός, Τα πρότυπα, βεβαίως το μεγαλύτερο μέρος από τον Επιτάφιο, Η σονάτα τού σεληνόφωτος, Τι περιμένουμε; Και άλλα πολλά. Από Σεφέρη, το εξαιρετικό από κάθε άποψη Θεατρίνοι, Μ.Α, Άρνηση, Η στέρνα, Ο τόπος μας είναι κλειστός [από το Μυθιστόρημα, 1935], ένα αποπνικτικό ποίημα που υπερβαίνει ακόμη και τον Καρυωτάκη σε τόνους θεοσκότεινους και απόλυτους, Τώρα που θα φύγης, Ο γυρισμός τού ξενιτεμένου, Ελένη. Από Ελύτη, Η Μαρίνα των Βράχων, Γέννηση τής μέρας, Η τρελλή ροδιά, Σώμα τού καλοκαιριού, Κάτω στής μαργαρίτας τ’ αλωνάκι, Ο κήπος έμπαινε στη θάλασσα, οπωσδήποτε το μεγαλύτερο μέρος από το Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό τής Αλβανίας, Η Πορτοκαλένια, Το Άξιον Εστί, Ήρθαν ντυμένοι φίλοι. Από Βρεττάκο, Ο κορυδαλλός τού πρωινού, Ελεγείο πάνω στον τάφο ενός μικρού αγωνιστή, Το λυπημένο τραγούδι τής νιότης μου, Το παιδί με την φυσαρμόνικα, Γράμμα, Ωδή στον άνθρωπο, Το αφηνιασμένο άλογο, Προσκλητήριο, Προσευχή.)

Οι τελευταίες δεκαετίες

Eisagogi poiisis12 Apanta Karyotaki

Εικόνα 8. Η πλέον γνωστή έκδοση από την Εστία των απάντων τού Καρυωτάκη. Εάν έρθει στα χέρια σας, δώστε ιδιαίτερη προσοχή στην κριτική τού Άγρα, για να αντιληφθείτε τι αξία είχε κάποτε η κριτική και πόσο μεγάλο πλήγμα είναι σήμερα η εξαφάνισή της.

Ακολουθεί η δεκαετία τού 70, η γενεά εκείνη που ο Βάσος Βαρίκας ονομάτισε ως «Γενεά τής αμφισβήτησης», όρος κατά την γνώμη μου αδόκιμος και ανεπιτυχής στην ουσία του, καθώς δύσκολα μπορούμε εδώ να μιλήσουμε για γενεά με κοινά χαρακτηριστικά, ενώ οι ποιότητες είναι άνισες και διαφέρουν πολύ ανάμεσα στους ποιητές τής εποχής. Για να μην αναφέρουμε το γεγονός πως ουσιαστική και βαθιά αμφισβήτηση σπάνια συναντάμε σ’ αυτήν την γενεά. Δεν υπάρχει αμφιβολία πάντως, ότι παρά τις εξαιρέσεις, οι ποιότητες στην ποίηση μετά το 80 σταδιακά υποχωρούν.

Εκφραστικά δεν έχουμε τίποτα το νέο ή και το πρωτοποριακό, υπάρχει μεγάλη θεματική επαναληπτικότητα και κυρίως αδυναμία στο να εκφραστούν η έστω να αποτυπωθούν τα χαρακτηριστικά και τα αδιέξοδα τής σημερινής εποχής. Από την δεκαετία τού 90 και μετά επικρατεί πλέον ο απόλυτος υποκειμενισμός στην Τέχνη, ενώ κάθε σοβαρή κριτική φωνή που θα μπορούσε να βοηθήσει στην ανάδειξη ποιοτήτων, έχει ατονήσει ή έχει χαθεί παντελώς. Υπάρχουν καλές μεμονωμένες φωνές, μα δύσκολα συγκροτούν ποιητικό σώμα με ξέχωρα χαρακτηριστικά, ενώ οι αναγνώστες γίνονται όλο και πιο απαίδευτοι ποιητικά. Τέλος, η αδυναμία, αλλά και η αδιαφορία των εκδοτών για την ποίηση, έδωσε χώρο στην αυτοέκδοση, με την οποία ο καθείς μπορεί να εκδώσει πια μία ποιητική συλλογή πληρώνοντας αδρά μία ανάλογη εταιρία. Αυτή η νέα πραγματικότητα έκανε εντελώς αδύνατο το κριτικό ξεδιάλεγμα και την κριτική αποτίμηση, κάτι που ενέτεινε στους αναγνώστες την σύγχυση για την αξία τού ποιητικού έργου.

Αυτή η ανομβρία μάς αναγκάζει να καταφεύγουμε ακόμη και σήμερα σε παλαιότερα έργα, τα οποία όμως και δύναμη περιεχομένου έχουν και εξαιρετική τεχνική, τόσο στον ομοιοκατάληκτο όσο και στον ελεύθερο στίχο. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι κάποια στιγμή νέες πυροδοτήσεις θα γεννήσουν νέα και καλή ποίηση, όμως η Τέχνη δεν υπακούει στην ανθρώπινη κατάτμηση τού χρόνου. Η εμφάνιση μιάς νέας και άξιας ποίησης μπορεί να γενεί σε δύο χρόνια, μπορεί και σε έναν αιώνα, καθώς είναι η Ιστορία εν πολλοίς που καθορίζει τα παρεπόμενά της και τις ποιότητές τους.

Ας προσπαθήσουμε μία ανακεφαλαίωση, πάντοτε για εκείνον που θέλει να ξεκινήσει μία βαθύτερη επαφή με την νεοελληνική ποίηση.

Υπάρχουν βεβαίως οι κορυφαίοι που ήδη αναφέραμε από όπου θα μπορούσε κανείς να ξεκινήσει την περιπλάνησή του στην ποίηση – Σολωμός, Κάλβος, Παλαμάς, Καρυωτάκης, Καβάφης, Σεφέρης, Παπατζώνης, Ρίτσος, Ελύτης, Βρεττάκος. Ανάμεσά τους όμως, υπάρχουν εκατοντάδες άλλοι, που μπορεί να μην έφτασαν στην κορυφή τής ποιητικής Καβαφικής σκάλας, αλλά οπωσδήποτε έχουν δώσει εξαιρετικά και άξια ποιήματα. Μόνο ενδεικτικά και χωρίς κριτήριο γενεάς, είναι αδύνατον να αναφερθούν όλοι – Παπανικολάου, Δουατζής, Βαρβιτσιώτης, Δημουλά, Βακαλό, Δάλλας, Φωκάς, Αναγνωστάκης, Λειβαδίτης, Πατρίκιος, Καρούζος, Κατσαρός, Μαλακάσης, Σινόπουλος, Θεοδώρου, Βαφόπουλος, Φραγκόπουλος, Λεοντάρης, Σαχτούρης, Μελισσάνθη, Άγρας, Φωστιέρης, Αποστολίδης, Βαλαωρίτης, Ασλάνογλου, Βάρναλης, Σκαρίμπας, Γεραλής, Χατζόπουλος, Δροσίνης, Δημητρίου, Ζερβός, Ιωαννίδης, Καραντώνης, Καρέλλη, Λαπαθιώτης, Μόντης, Σχινάς, Μπαρλάς, Παναγιωτόπουλος, Σαραντάρης, Σικελιανός, Τακόπουλος, Τρύφωνας, Χριστιανόπουλος, Γώγου, Βαρβέρης, Κοντός, Κοντόπουλος και δεκάδες ακόμη που ξεχνώ ή είναι μικρότερης εμβέλειας. Σε όλους αυτούς θα πρέπει να προστεθούν και αρκετοί εντελώς σύγχρονοι ποιητές που ακόμη το έργο τους δεν έχει τελειώσει ή δεν έχει αποτιμηθεί σε όλο του το βάθος.

Ο κατάλογος είναι μεγάλος και βεβαίως πολύ δύσκολο να προμηθευτεί κανείς τα έργα όλων αυτών των ποιητάδων, αφήστε που κάποιοι από αυτούς, όπως ο Ρίτσος και ο Παλαμάς για παράδειγμα, εκτείνονται σε δέκα και δώδεκα τόμους συνολικά. Το καλύτερο που θα μπορούσε να κάνει κάποιος ξεκινώντας, τουλάχιστον έως ότου αρχίσει να αποκτά κριτήριο ποιητικό, είναι να προμηθευτεί μία κριτική ανθολογία τής νεοελληνικής ποίησης. Προσέξτε, κριτική ανθολογία, δηλαδή ανθολόγηση που γίνεται με αυστηρά κριτήρια ποιότητας και όχι με το ζύγι τής Ιστορίας και την ποιητική αξία που έχει περάσει έως τις μέρες μας.

Λίγες σημειώσεις ακόμη

Η ποίηση, η πυκνότερη και βαθύτερη αυτή μορφή τού λόγου, είναι βέβαιο ότι απαιτεί αντίστοιχα και εκπαιδευμένους αναγνώστες, ιδιαίτερα στην γνώση τού όλου τής γλώσσας. Όσο μεγαλύτερη η γλωσσική σας επάρκεια, τόσο ευκολότερα θα γενούν κατανοητές οι μικρές αποχρώσεις σε ένα ποίημα, όπως και τα βαθύτερα νοήματά του. Ιδιαίτερα στους παλαιότερους ποιητές, τίποτα δεν είναι τυχαίο μέσα στον στίχο, μήτε ένα κόμμα ή μία άνω τελεία, όλα κάτι σημαδοτούν, όλα κάτι συμβολίζουν, όλα νοηματοδοτούν. Για να γενεί κατανοητό αυτό που γράφω, ας δούμε ένα ποίημα τού Μόντη, μικρό σε έκταση, αλλά βαθύ σε νοήματα.

«Τώρα σὲ θέλω μπάρμπα Κώστα,
ποὺ βλέπεις τὸν ἑαυτό σου στὴν ἀφάνεια,
καὶ τὸ Γιαννάκη (τὸ Γιαννάκη μας, καλέ!)
στὴν ἐπιφάνεια!..»

Δεν θα μπούμε βεβαίως στην ουσία τού ποιήματος που μέσα σε τέσσερις στίχους αποτυπώνει ολόκληρη πραγματικότητα. Προσέξτε μόνο την απουσία τού τελικού «ν» στον στίχο και την επανάληψή του, «το Γιαννάκη μας καλέ!», προσέξτε πώς η απουσία ενός και μόνου γράμματος ουδετεροποιεί το υποκείμενο και αποδίδει με τον πιο εύστοχο, (και σύντομο) τρόπο την ασημαντότητα τού προσώπου, την ευτέλεια, το απόλυτο τίποτα. Είναι και αυτός ένας από τους λόγους που η ποίηση απαιτεί ενεργητική ανάγνωση, δεν ημπορεί να διαβασθεί «χαλαρωτικά», ως αξεσουάρ στην παραλία ή ως υπνωτικό στο κρεβάτι. Η ποίηση απαιτεί την πλήρη συγκέντρωσή μας, τον στοχασμό μας, ακόμη και την φαντασία μας για να ξεκλειδώσει τα μυστικά της.

Eisagogi poiisis9 Kostas.Montis

Εικόνα 9. Κώστας Μόντης, ο καλύτερος έως και σήμερα Κύπριος ποιητής. Άρχισε να γίνεται γνωστός στην Ελλάδα μόλις την τελευταία δεκαετία. Με άνεση συγκαταλέγεται ανάμεσα στους κορυφαίους τής νεοελληνικής ποίησης.

Ένα δεύτερο στοιχείο που αξίζει επίσης να σημειωθεί, είναι πως, ενώ στην Ελλάδα δεν έχουμε σπουδαία μυθιστορήματα, τα πάμε πολύ καλύτερα στην μικρή φόρμα, όπως το διήγημα ή η νουβέλα και εξαιρετικά στην ποίηση. Με μόλις διακόσια χρόνια ελεύθερου βίου, διαθέτουμε πολύ καλούς ποιητές και μάλιστα με μία θεματική που καλύπτει σχεδόν τα πάντα.

Στην ποίηση θα εύρετε απαντήσεις, (μα φυσικά και πολλές ερωτήσεις) για την ζωή, τον θάνατο, τον έρωτα, την συνείδηση, το κράτος, την πολιτική, την κοινωνία, την φιλία, την ενηλικίωση και τα γηρατειά και για άλλα πολλά ων ουκ έστιν αριθμός. Δυστυχώς όσο περνούν τα χρόνια, τόσο δυναμώνουν οι φωνές που θεωρούν την ποίηση κάτι το περιττό, το μη χρήσιμο, το παλαιολιθικό, άποψη που εκφέρεται ακόμη και από εκπαιδευτικούς λειτουργούς, ακόμη και από φιλολόγους. Τίποτα πιο αναληθές. Είναι βέβαιο ότι κάποια στιγμή η καλή ποίηση θα επιστρέψει δριμύτερη, καθώς συνεχίζει να είναι η μόνη μορφή λόγου που μπορεί με την νοηματική της δύναμη να εξυψώσει, να θεραπεύσει, να εξευγενίσει.

Φυσικά εξαιρετικά ποιήματα υπάρχουν σε όλες τις γλώσσες, όμως δυστυχώς η ποίηση δεν μεταφράζεται, στην καλύτερη περίπτωση μπορεί μοναχά να αποδοθεί το νόημα ενός ποιήματος. Η μητρική γλώσσα είναι αναντικατάστατη στην κατανόηση τής ποίησης, ιδιαίτερα σε εκείνη την απαιτητική που εργάζεται με αποχρώσεις ανεπαίσθητες, ιδιωματισμούς και πολυσήμαντες λέξεις. Αυτό βεβαίως δεν θα πρέπει να σάς εμποδίσει στην ανάγνωση ξένων ποιητών, καθώς ακόμη και σε μετάφραση θα μπορέσετε να προσλάβετε ένα νόημα βαθύτερο. Είναι ένας από τους λόγους που η νεοελληνική ποίηση σπάνια ξεπέρασε τα σύνορα, ακόμη και ο Καβάφης που πολλαπλώς έχει μεταφραστεί, στην ξένη γλώσσα, μήτε η λεπτή ειρωνεία του μπορεί να αποτυπωθεί επαρκώς, μήτε η υποδόρια κριτική του.

Τέλος, θα πρέπει να θυμόμαστε το εξής – η ποίηση έως και την δεκαετία τού 70 κατείχε μία εξαίρετη θέση μέσα στο ευρύτερο λογοτεχνικό πεδίο, ενώ η ποιότητα τής κριτικής, αλλά και των λίγων έστω αναγνωστών, υποχρέωνε τους ποιητές σε γραφή προσεκτική, μακριά από ευκολίες και στερεότυπα. Με αυτήν την έννοια ακόμη και εάν «πέσετε» επάνω σε αδύναμα ποιήματα καλών ποιητών, έχετε δεδομένο ένα ελάχιστο επίπεδο ποιότητας και πνευματικότητας. Ο πολυγραφότατος Ρίτσος για παράδειγμα έχει τόμους ολάκερους με μέτρια ποιήματα, όμως ακόμη κι αυτά δεν πρόκειται να σάς προσβάλλουν ως αναγνώστη, δεν πρόκειται να πληγώσουν τις απαιτήσεις σας. Άλλοι καιροί, άλλα ήθη. Ακόμη και οι πλέον ασήμαντοι ή μέτριοι ποιητές τότε είχαν βάθος στοχασμού και μία πνευματικότητα που προερχόταν από άρτια γνώση γλώσσας και πλατιά εξωσχολική μόρφωση.

Θυμηθείτε επίσης το εξής – καθώς στην ποίηση ακόμη και το ελάχιστο παίζει τον ρόλο του μέσα στο ποίημα, είναι σημαντικό να προμηθευθείτε εκδόσεις που τηρούν την γραφή τού πρωτοτύπου. Οι περισσότεροι από τους προαναφερόμενους ποιητές γράφουν σε πολυτονική γραφή, άρα και ασχέτως των πεποιθήσεών σας για την γλώσσα, είναι καλό να αναζητήσετε την έκδοση που αναπαράγει πιστά την αρχική έκδοση. Και προς θεού, αποφύγετε όσο το μπορείτε τις αναδημοσιεύσεις στα κοινωνικά δίκτυα, τις περισσότερες φορές είναι γεμάτες από λάθη και παραλείψεις. Βεβαίως και καθώς ο βίος των βιβλίων στο ράφι των βιβλιοπωλείων γίνεται όλο και συντομότερος, σε πολλές περιπτώσεις θα δυσκολευθείτε να εύρετε παλιότερες εκδόσεις και θα χρειαστούν κάποιες επισκέψεις ωρών στα παλαιοβιβλιοπωλεία που ευτυχώς, στην Αθήνα τουλάχιστον, υπάρχουν ακόμη σε σχετικά σημαντικό αριθμό.

Δίπλα σας υπάρχει ένας πνευματικός θησαυρός, κι αυτό δίχως καν να υπολογίσουμε την αρχαιοελληνική γραμματεία. Για να ξεκινήσετε να επιλέγετε, να διαβάζετε, να αναλύετε και να κατανοείτε την νεοελληνική ποίηση θα χρειαστεί αρκετός καιρός - ακόμη και με την πιο αυστηρή επιλογή, το σύνολο των αρίστων ποιημάτων ξεπερνά τους τέσσερις με πέντε τόμους.

Όμως, εάν σε τούτη την ζωή σάς ενδιαφέρει κάτι παραπάνω από τις λίρες και την καλοπέραση, ετούτος ο ποιητικός δρόμος γίνεται πλέον μονόδρομος. Εκεί θα εύρετε τις καλύτερες απαντήσεις στα προαιώνια ερωτήματα που θέτει η ανθρωπότητα για αιώνες ολόκληρους. Και, το κυριότερο, εκεί υπάρχει η πιθανότητα, (η πολύ ισχυρή πιθανότητα), να ηρεμήσουν οι αγωνίες τής ψυχής σας, να αποδεχθείτε πολύ ευκολότερα το πεπερασμένο τής ανθρώπινης ύπαρξης και, το σημαντικότερο, να ορθώσει ψηλό ανάστημα η συνείδησή σας απέναντι σε όλα τα σκότεινα και ανάποδα ετούτου τού παράλογου κόσμου. Και όπως έγραφα και σε κάποιο άλλο κείμενο, όλο ετούτο το μίγμα που προσφέρει η ποίηση δεν είναι λίγο, είναι πολύ.

Μάνος Τασάκος - Σύντομο βιογραφικό

Ο Μάνος Τασάκος γεννήθηκε στην Αθήνα. Ξεκίνησε να γράφει σε νεαρή ηλικία, εκδίδοντας τοπική εφημερίδα στα δεκαπέντε του χρόνια. Σπούδασε στην Νομική σχολή τού Α.Π.Θ.

Από τις εκδόσεις «24 γράμματα», κυκλοφορούν σε έντυπη μορφή: «Ο μέτριος βίος τού Αλέξανδρου Βαλέτα», μυθιστόρημα, 2017, «Αγριόχορτα», διήγημα, 2018, (στη συλλογική έκδοση «Λαθρόψυχοι»), «Non omnis moriar», διήγημα, 2020, (στη συλλογική έκδοση «Η πανδημία»). Από τις εκδόσεις Λιβάνη κυκλοφορεί σε έντυπη μορφή: «Ο θάνατος τής Άννας Βαρβάκη», μυθιστόρημα, 2021.

Πρόσφατα κυκλοφόρησε το κριτικό έργο του Μάνου Τασάκου συγκεντρωμένο σε δύο τόμους.                            

 Books Tasakos

Ο διαδικτυακός τόπου του Μάνου Τασάκου είναι:  www.tasakos.gr


Το Radio Art έχει αδειοδοτηθεί  από τους Ελληνικούς οργανισμούς διαχείρισης δικαιωμάτων | Autodia | EDEM Rights
Copyright © Radio Art | All rights reserved.